Τρίτη 25 Ιανουαρίου 2011

Τί δεν πρέπει να ξεχνά ενας Πόντιος

Πατρίδα, καμίαν κι ανασπάλω σε



353.000 ΝΕΚΡΟΙ ΠΟΝΤΙΟΙ Μην ανοίξετε την Ιστορία που διδάσκονται σήμερα τα παιδιά μας στα σχολεία για να βρείτε στοιχεία για την Ιστορία του Πόντου. Δεν Υπάρχει τίποτα παρά μόνο κάποιες προσεχτικά γραμμένες σειρές , για να μην "προκαλέσουμε" την γείτονα χώρα. Η αλήθεια κρύβεται πίσω από τις αναμνήσεις των - λίγων εν ζωή - προσφύγων και πίσω από αναζητήσεις ιστορικών....Μην αφήνεται να ξεχαστεί η Ιστορία μας.... Φόρος Τιμής για τους 353.000 νεκρούς. Ελληνικές αποικίες στη Γη του Πόντου..

Η αρχή της ιστορίας του Πόντου χρονολογείται το 1000 π.Χ.Με την κάθοδο των Δωριέων στην Ελλάδα εξαναγκάστηκαν οι Αχαιοί, κατά ρεύματα να μεταναστεύσουν (να αποικήσουν), πρώτα στα παράλια της Ιωνίας και μετά στα νότια παράλια της Ιταλίας και τη Σικελία και τελικά στη Μαύρη Θάλασσα, στο γεωγραφικό Πόντο. Η αρχική ονομασία «Άξενος», αφιλόξενος Πόντος (μάλλον για τα αφιλόξενα, βαθιά νερά στα νότια παράλια αλλά και για τους λαούς που ζούσαν εκεί), έγινε γρήγορα «Εύξεινος Πόντος» , δηλαδή φιλόξενος, από τους Έλληνες, που δημιούργησαν τις αποικίες εκεί. Οι λόγοι που ώθησαν τους πρώτους αποικιστές προς τον Πόντο ήταν καθαρά οικονομικοί. Από την περιοχή αυτή έφερναν στην Ελλάδα σίδηρο, χαλκό, αλάτι, λινάρι, ξυλεία, σιτηρά, μαλλί, κερί, μέλι και το πιο πολύτιμο μέταλλο, το χρυσάφι. Επί 3000 χρόνια οι Έλληνες του Πόντου διατήρησαν αναλλοίωτη την ορθόδοξη χριστιανική πίστη, την ελληνική γλώσσα, στη μορφή της ποντιακής διαλέκτου, η οποία διατηρεί τα στοιχεία της αρχαίας ελληνικής (ιωνικής) προφοράς, άκμασαν στο εμπόριο και στα γράμματα. Ακόμη και κάτω από δύσκολες συνθήκες ίδρυσαν σχολεία (1682 – Φροντιστήριο Τραπεζούντας) και δίδαξαν τα γράμματα στα παιδιά τους. Οι Έλληνες του Πόντου ήταν δάσκαλοι, καθηγητές, τραπεζίτες, γιατροί και γενικά επιστήμονες. Έχτισαν δεκάδες μονές που διατηρούσαν επί χρόνια, όπως είναι η Ιερά Μονή της Παναγίας Σουμελά, που βρισκόταν στο όρος Μελάς, απ΄ όπου έλαβε το όνομά της. Η ιστορία των Ελλήνων του Πόντου έχει ωστόσο και το δικό της τραγικό κομμάτι. Με περισσότερους από 353.000 νεκρούς, η γενοκτονία των Ποντίων ( 1916 – 1923 ), αποτελεί τη δεύτερη μεγάλη γενοκτονία του αιώνα μας.

Τι εννοούμε με τον όρο „γενοκτονία“ ;Συγκεκριμένα ο όρος σημαίνει τη μεθοδική εξολόθρευση, ολική ή μερική, μιας εθνικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας. Ο γενοκτόνος δεν εξοντώνει μια ομάδα για κάτι που έκανε, αλλά για κάτι που είναι. Στην περίπτωση των Ελλήνων του Πόντου, επειδή ήταν Έλληνες και Χριστιανοί. Η γενοκτονία ως όρος μπήκε στο λεξιλόγιο όλων των γλωσσών κυρίως από τη δίκη της Νυρεμβέργης το 1945, όπου δικάστηκε η ηγεσία των ναζιστών εγκληματιών του πολέμου. Η διεθνής κοινότητα αναγνώρισε άμεσα ή έμμεσα τις άλλες δύο γενοκτονίες του αιώνα μας, των Εβραίων και Αρμενίων. Η γενοκτονία των Ποντίων αν κι έχει τις ίδιες ηθικές αναλογίες, αποτελεί δυστυχώς τη λιγότερο μνημονευόμενη και περισσότερο λησμονημένη από τους εθνικούς και διεθνείς οργανισμούς.

Πως και πότε διαπράχθηκε η γενοκτονία; Ο ποντιακός ελληνισμός, από την πτώση της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας ( 1461 ) γνώρισε συνεχείς διωγμούς, σφαγές, ξεριζωμούς και προσπάθειες για το βίαιο εξισλαμισμό και εκτουρκισμό του, με αποκορύφωμα τη συστηματική και μεθοδευμένη εξόντωση – γενοκτονία του αιώνα μας. Από τους επίσημους συμβούλους, τους Γερμανούς, οι Νεότουρκοι διδάχθηκαν ότι μονάχα με την εξαφάνιση των Χριστιανών, Ελλήνων και Αρμενίων, θα έκαναν πατρίδα τους τη Μικρά Ασία. Στο συνέδριο του Νεοτουρκικού Κομιτάτου << Ένωση και Πρόοδος >>, που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1911 πάρθηκε η απόφαση, ότι η Μικρά Ασία πρέπει να γίνει μωαμεθανική χώρα. Έτσι, άρχισαν την επιστράτευση όλων από 15 έως 45 ετών και την αποστολή τους σε Τάγματα Εργασίας. Στην αρχή οι άτακτες ορδές επιτίθονταν στα απομονωμένα ελληνικά χωριά κλέβοντας, φονεύοντας, αρπάζοντας νέα κορίτσια, κακοποιώντας και καίγοντάς τα. Οι σποραδικές δολοφονίες αρχίζουν να αυξάνονται. Χωρικοί, που πήγαιναν να δουλέψουν στα χωράφια τους, βρίσκονταν καθημερινά δολοφονημένοι. Σκοπός ήταν, με τους εκτοπισμούς, τις πυρπολήσεις των χωριών, τις λεηλασίες, να επιτύχουν την αλλοίωση του εθνολογικού χαρακτήρα των ελληνικών περιοχών και να καταφέρουν ευκολότερα των εκτουρκισμό εκείνων που θα απέμεναν, αν απέμεναν !.

Το τελικό πλήγμα.Το 1919 αρχίζει νέος διωγμός κατά των Ελλήνων από το κεμαλικό καθεστώς, πολύ πιο άγριος κι απάνθρωπος από τους προηγούμενους. Στις 19 Μαΐου, με την άφιξη του Μουσταφά Κεμάλ στη Σαμψούντα, αρχίζει η δεύτερη και σκληρότερη φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας.

Ελληνικός λαός - Προσφυγικός λαός ... Τον επίλογο της τραγικής ποντιακής γενοκτονίας αποτελεί ο βίαιος ξεριζωμός των επιζώντων μετά τη νίκη της Τουρκίας. Με τη συνθήκη της ανταλλαγής των πληθυσμών οι ξεριζωμένοι εγκαταλείπουν την πατρώα γη και όλα τα υπάρχοντά τους. Παίρνουν μαζί τους τα ιερά κειμήλια και λίγο χώμα από τη γη του Πόντου. Αφήνουν πίσω τη Μαύρη Θάλασσα και μπαίνουν στην Άσπρη Θάλασσα. Φτάνουν στην Ελλάδα. Η προσφορά των Ελλήνων του Πόντου στο ελληνικό κράτος.Αλλά παρά την τραγική θέση της η Ρωμανία μπόρεσε να διαδραματίσει τον εθνικό της ρόλο. Μοναδική αλλά και μεγάλη παρηγοριά ότι οι ξεριζωμένοι πρόσφυγες, οι αιώνιοι Ακρίτες, θωράκισαν τη Μακεδονία και τη Θράκη. Οι Ίωνες, με μια πλούσια πολιτισμική και εθνική παράδοση, συνέβαλαν στην ενδυνάμωση της εθνικής συνείδησης.

Η κατάσταση σήμερα.Φαίνεται, ωστόσο ότι η Μικρασιατική καταστροφή, δεν συντελέστηκε μέσα σε κάποια χρονικά περιθώρια. Είναι τραγικό να τίθεται σήμερα υπό αμφισβήτηση η ελληνικότητα των ανθρώπων αυτών ( χρησιμοποιώντας τους όρους „Ρωσοπόντιοι“ ή „Ρωσοέλληνες“ ), των οποίων οι πρόγονοι υπέστησαν την γενοκτονία για αυτήν ακριβώς την ιδιότητα, δηλαδή την ελληνική καταγωγή και την ορθόδοξη πίστη τους.

„Άφαντη“ η ιστορία των Ποντίων .. Η ιστορία της καταστροφής, το χρονικό της συγκλονιστικής γενοκτονίας, έχει φτάσει στις μέρες μας μόνο με τον λυγμό των ξεριζωμένων. Κι όλοι στηρίζουν το αίτημα που τόσο έχει βραδύνει: να αναγνωριστεί η γενοκτονία του Μικρασιατικού Ελληνισμού. Δεν είναι συναισθήματα εκδίκησης που υπαγορεύουν την πρόταση αυτή, αλλά η ανάγκη απονομής Δικαιοσύνης στα θύματα, μα και στην ανθρωπότητα ολόκληρη. Και πριν απ’ όλα, η προστασία του ανθρώπινου γένους.. Είναι ανάγκη να πάψει πια το φρικτό έγκλημα της γενοκτονίας να αποτελεί εύκολη λύση των διεθνών προβλημάτων. 19 Μαϊου – Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Στις 24 Φεβρουαρίου 1994 η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε ομόφωνα την ανακήρυξη της 19ης Μαΐου ως „Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων στο Μικρασιατικό Πόντο“, ακριβώς την ημέρα που πριν 75 χρόνια ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα. Οι Πόντιοι επιλέγοντας την 19η Μαΐου ως ημέρα μνήμης, ημέρα που στην Τουρκία αποτελεί εθνική γιορτή της τουρκικής νεολαίας, αποκαλύπτουν το πραγματικό πρόσωπο του Μουσταφά Κεμάλ πασά. Οι Τούρκοι αρνούνται σήμερα τη σφαγή του 1922 – τη σφαγή των Ελλήνων. Κι όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με αδιάσειστα ντοκουμέντα, τα αποδίδουν στις αναπόφευκτες ακρότητες του πολέμου. Η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική. Η γενοκτονία των Χριστιανών ήταν ένα καλά μελετημένο σχέδιο εξόντωσης όλων των μειονοτήτων της άλλοτε κραταιάς Αυτοκρατορίας. Ένα σχέδιο που άρχισε να εφαρμόζεται από το 1914, με τον πρώτο διωγμό. Και ολοκληρώθηκε μετά την καταστροφή του 1922. Τελειώνοντας, να θυμίσουμε κάτι που συχνά ξεχνιέται: Πόντιοι υπήρξαν και οι πρωτεργάτες της επανάστασης του 1821, οι αδερφοί Αλέξανδρος και Δημήτριος Υψηλάντης... Αναπόσπαστο κομμάτι της κληρονομιάς μας .. Ας μην λησμονούμε, ότι η ειρηνική συμβίωση των λαών δεν προϋποθέτει την αφομοίωσή τους, μα την κατανόηση και τον αλληλοσεβασμό μεταξύ τους. Ας θέσουμε ως σκοπό μας, όχι την καταδίωξη κάποιου λαού, μα το να μην αφήσουμε την ιστορία του λαού μας στο έλεος „κάποιων“ συμφερόντων, που θα οδηγήσουν στην παραχάραξη της.

Source : Ποντιακό Κίνημα Ελλάδας

Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2011

Οι παράγοντες που διατηρούν τον ελληνισμό σις ΗΠΑ

ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ. Η θεωρία που αφορά το «χωνευτήρι» (melting pot), σύμφωνα με την οποία σε κάθε γενιά ο μετανάστης χάνει την εθνική του ταυτότητα και γίνεται πιο πολύ Αμερικανός δεν ικανοποίησε ποτέ τον ψυχολόγο Τζέιμς (Δημήτρη) Κουτρελάκο. Ελεγε στον εαυτό του: «Εάν οι Ελληνες διατήρησαν το χαρακτήρα τους για 400 χρόνια επί τουρκοκρατίας, θα τον έχαναν τόσο γρήγορα στην Αμερική σε μια γενιά;».

Ετσι, εδώ και τρία χρόνια ο συνταξιούχος πρώην ψυχολόγος του Κολεγίου Χάντερ της Νέας Υόρκης αποφάσισε να ξεκινήσει τη δική του μελέτη για την εθνική ταυτότητα, μοιράζοντας ερωτηματολόγια σε πάνω από 700 μαθητές και φοιτητές από Λύκεια και Πανεπιστήμια της Νέας Υόρκης. Μεταξύ τους υπήρχαν 257 Ελληνοαμερικανοί.
Η έρευνα αυτή απέδειξε ότι η εθνική ταυτότητα δεν σβήνει απαραιτήτως αλλά μπορεί να διατηρείται καλά σε κάθε γενιά εάν υπάρχουν οι σωστές συνθήκες.


Ο μύθος του Melting Pot
Ο Δρ. Κουτρελάκος, 83 ετών, ο οποίος είναι γιος μεταναστών που μεγάλωσε στο «Ελληνικό χωριό» (τότε) του Ντόβερ (Dover), Νιου Χαμσάιρ, είναι πολύ παθιασμένος με το θέμα της μελέτης. Οταν τον συναντώ για να συζητήσουμε τη μελέτη, που δεν έχει ακόμα εκδοθεί και ονομάζεται «Εθνική Ταυτότητα: Διαφορές Ομάδων Ανάλογα με την Πολιτιστική Eκπαίδευση (Ηeritage Εducation), Γλώσσα και Θρησκεία» στο γεμάτο βιβλία και έργα τέχνης διαμέρισμά του κοντά στο «Νιου Γιορκ Γιουνιβέρσιτι» (New York University), εξηγεί την έρευνά του με άφθονες αναφορές σε ψυχολογία, κοινωνιολογία, ιστορία και προσωπικές εμπειρίες.
Είναι η τρίτη μελέτη που έχει κάνει σε παρόμοια θέματα από τότε που πήρε σύνταξη το 2004, μεταξύ των οποίων είναι και μία μελέτη για την πολιτιστική προσάρμοση (acculturation) των Ελλήνων της Αμερικής που εκδόθηκε στο International Journal of Psychology.
«Συνήθως θεωρείται ότι η πορεία της πολιτιστικής προσάρμοσης των μεταναστών είναι μια απλή διαδικασία που ξεκινάει στο Ellis Island», εξηγεί ο Δρ. Κουτρελάκος «και με κάθε γενιά το άτομο γίνεται πιο πολύ ‘Αμερικανός’ και πιο λίγο Ελληνας’ - ή όποια άλλη εθνικότητα». Μεταξύ των ακαδημαϊκών υποστηρικτών της θεωρίας αυτής είναι ο καθηγητής Ρίτσαρντ Δ. Αλβα της CUNY. Αλλά ο Δρ. Κουτρελάκος βρήκε κάτι διαφορετικό με τη δική του έρευνα.

Εθνική ταυτότητα στη Νέα Υόρκη
Για τη μελέτη αυτή, ο δραστήριος, κομψός, χαμογελαστός συνταξιούχος με τόση εμπειρία εξετάζοντας την εσωτερική ζωή των άλλων, το έβαλε στα πόδια μοιράζοντας τα 20 λεπτά ερωτηματολόγιά του σε μαθητές και φοιτητές σε διάφορα σχολεία στη Νέα Υόρκη. Τα πάνω από 700 άτομα που συμμετείχαν στη μελέτη ήταν όλοι παιδιά μεταναστών, από πρώτης (με γονείς μετανάστες), δεύτερης, τρίτης, κτλ. γενιάς. Η μελέτη ήταν σχεδιασμένη να εξετάσει τους εξής παράγοντες σε σχέση με εθνική ταυτότητα: ηλικία, φύλο, γενιά, πολιτιστική εκπαίδευση («heritage education», ή μαθήματα της κουλτούρας και γλώσσας μίας εθνικής ομάδας), διατήρηση πατρικής γλώσσας και αυτοεκτίμηση.
Τα άτομα που πήραν μέρος ήταν σε τρεις κατηγορίες - λευκοί, μειονότητες και άτομα από πρόγονους πολυεθνούς καταγωγής. Αλλά ο Δρ. Κουτρελάκος χώρισε την κατηγορία «λευκοί» σε δύο - «λευκοί» και «λευκοί συγκεκριμένης καταγωγής (specific white)». Η τελευταία ομάδα ήταν μαθητές/φοιτητές αρμενικής, εβραϊκής και ελληνικής καταγωγής και αντιστοιχούν στο 45% του συνόλου της μελέτης.
Εξηγεί ο ψυχολόγος ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ των όρων «φυλή» και «εθνική ταυτότητα». Οπως εκτιμά, ο όρος «φυλή» χρησιμοποιείται από αυτούς που έχουν εξουσία για να βάλουν τους άλλους σε μια τάξη. Σε αντίθεση, ο όρος «εθνική ταυτότητα» έχει να κάνει με το πώς μια ομάδα βλέπει τον εαυτό της. Πιστεύει ότι δεν μπορούμε να αγνοήσουμε την ιστορία του ρατσισμού στην Αμερική, αλλά όλες οι εθνότητες στην κατηγορία «λευκοί» δεν είναι το ίδιο. Αποφάσισε να συγκεντρώσει το ενδιαφέρον του σε απόγονους Αρμενίων, Εβραίων και Ελλήνων μεταναστών λόγω κάποιων ομοιοτήτων στις κουλτούρες και ιστορίες τους.
Για να μετρήσει την εθνική ταυτότητα στη μελέτη χρησιμοποίησε μια επιστημονική εκτίμηση της εθνότητας (Multiethnic Identity Measure). Υπήρχαν ερωτήσεις όπως «Είμαι υπερήφανος για την εθνική μου ομάδα;» με απαντήσεις, όπως 1 = Διαφωνώ απόλυτα, μέχρι 4 = Συμφωνώ εντελώς. Η μελέτη επίσης είχε ερωτήσεις που εξέταζαν την αυτοεκτίμηση, πολιτιστική εκπαίδευση («heritage education»), διατήρηση πατρικής γλώσσας και θρησκευτική συμμετοχή.


Πολιτιστική εκπαίδευση, Γλώσσα και Θρησκεία Οι κύριοι παράγοντες
Το πιο σημαντικό αποτέλεσμα της μελέτης είναι ότι οι κυριότεροι παράγοντες στη διατήρηση της εθνικής ταυτότητας είναι η πολιτιστική εκπαίδευση, η γλώσσα και η θρησκεία. Αυτά συνδέονται παραπάνω από άλλα με μια ισχυρή εθνική ταυτότητα. Οταν υπάρχει συμμετοχή σε κάποια πολιτιστική εκπαίδευση για την κουλτούρα της ομάδας, «η εθνική ταυτότητα δεν διαφέρει (δηλαδή δεν μειώνεται) από τη δεύτερη στην τρίτη γενιά».
Επίσης, στη μελέτη, τα άτομα που είχαν αρμενική, εβραϊκή ή ελληνική καταγωγή είχαν πιο ισχυρό αίσθημα της εθνικής ταυτότητας ακόμα και από τα άτομα στην κατηγορία μειονοτήτων. Στη μελέτη, το 86% των «συγκεκριμένων λευκών» απάντησαν ότι θεωρούν την εθνική τους ταυτότητα «πολύ σημαντική» σε σχέση με μόνο το 44% των «λευκών» και το 70% των μειονοτήτων (Αφροαμερικανοί, Ασιάτες, Λατινο-Αμερικανοί, κ.τλ.). «Ηταν η πρώτη φορά που έγινε μελέτη στην οποία μια λευκή ομάδα έχει πιο υψηλή εθνική ταυτότητα από ομάδα μειονοτήτων», επισημαίνει ο Δρ. Κουτρελάκος.
«Αυτά τα αποτελέσματα», γράφει στην ερευνά του, «μας δείχνουν πόσο σημαντικό ρόλο έχει η εκπαίδευση και η θρησκεία στη διατήρηση της εθνικής ταυτότητας».


Ελληνοαμερικανοί
Από τους φοιτητές/μαθητές ελληνικής καταγωγής στη μελέτη 80% ονομάζουν τον εαυτό τους «Ελληνοαμερικανοί», σχεδόν 1/5 «Ελληνες» και λιγότερο από 1% «λευκός, Καυκάσιος ή Ορθόδοξος». Από το Κουίνς στο Μπρούκλιν και Μανχάταν, οι πιο σημαντικοί παράγοντες στην εθνική τους ταυτότητα ήταν η γνώση της ελληνικής γλώσσας και η θρησκευτική συμμετοχή.
Ο Δρ. Κουτρελάκος απολαμβάνει της απαντήσεις τους, λέγοντας πως «είναι έξυπνα παιδιά» και διαβάζει μερικές από τις απαντήσεις τους. «Αγαπώ και αυτήν την πατρίδα και την Ελλάδα», λέει ο ένας. «Είμαι πιο πολύ Ελληνας στο σπίτι και πιο πολύ Αμερικανός με τους φίλους μου από το σχολείο», γράφει ό άλλος. Μερικές απαντήσεις εξέφραζαν μια εθνική ταυτότητα ακόμα πιο πολύπλοκη, όπως αυτή που γράφει: «Είμαι πολύ χαρούμενος που είμαι από την Ελλάδα και από το Περού». Ελάχιστα άτομα από μεικτούς γάμους ομολογούν ένα προβληματισμό, όπως «Νοιώθω πολύ μπερδεμένος όσον αφορά την εθνική καταγωγή μου».
Ο ψυχολόγος επαίνεσε την ικανότητα των Ελληνοαμερικανών στη μελέτη να ζουν μεταξύ δύο κόσμων. «Εχει κανείς το συναίσθημα ότι τα πάνε καλά με τον εαυτό τους», είπε. Ο Δρ. Κουτρελάκος πιστεύει ότι η μελέτη απέδειξε πως μια πολιτιστική προσαρμογή ήταν αποτέλεσμα της πολιτιστικής επανάστασης της δεκαετίας του 1960, όταν -σύμφωνα με τον επιστήμονα Αλέξανδρο Κιτροέφ-, έγινε «σικ» να είσαι «έθνικ». Αυτό είναι το αντίθετο, τόνισε ο Δρ. Κουτρελάκος, με την προηγούμενη άποψη ότι έπρεπε να αφομοιώνεται (assimilate) o μετανάστης, με αρνητικές επιπτώσεις στη νοηματική του υγεία, προσπαθώντας να αντικαταστήσει την εθνική του ταυτότητα με μια εντελώς άλλη, νέα αμερικανική ταυτότητα.
Κάνει καλό ψυχολογικά να νοιώθεις μέλος μιας ομάδας και να συμμετάσχεις στους θεσμούς της, πιστεύει ο Δρ. Κουτρελάκος. «Να μάθεις Ελληνικά δεν είναι μόνο κάτι που κάνεις για να ασκείς το μυαλό σου, σε κάνει να πάρεις μέρος σε μια ομάδα και να δείξεις την ελληνικότητά σου. Να πας στην εκκλησία, δεν είναι μόνο πνευματική διαδικασία, αλλά προσφέρει μια ευκαιρία να έχεις επαφές με άλλα άτομα της ομάδας σου... Δεν μπορούμε να είμαστε μόνοι και να είμαστε άνθρωποι», πρόσθεσε.
Ο Δρ. Κουτρελάκος, όμως, υποστηρίζει ότι μια υγιής εθνική ταυτότητα δεν περιλαμβάνει φανατισμό και μια λανθασμένη ιδέα της σημασίας της ομάδας σου.


Ενα ελληνικό χωριό στη Νέα Αγγλία
Μιλώντας για την ερευνά του, ο ψυχολόγος επιστρέφει συχνά στα πρώτα του χρόνια στην πόλη του Ντόβερ, Νιου Χαμσάιρ, μια πόλη που είχε παλιά μεγάλη κλωστοϋφαντουργική βιομηχανία. Εκεί κατέληξαν οι μετανάστες γονείς του όταν ήρθαν στην Αμερική, και συγκεκριμένα στο «Ελληνικό χωριό» του Ντόβερ, που ήταν τοποθετημένο σε ένα κάπως ανεπιθύμητο μέρος της πόλης δίπλα στο ποτάμι.
Υπήρχε μια εκκλησία, σχολείο, μαγαζιά και δύο καφενεία μόνο για τους άνδρες. Στο «χωριό» του, δεν ήταν τότε ο «Δρ. Κουτρελάκος», αλλά «ο Δημήτριος, γιος του Αναστάσιου», εξηγεί. «Εκείνοι μου έδιναν την ταυτότητα, μου λέγανε ποιος ήμουν και που ανήκα. Δεν υπήρχε καθόλου η αμερικανική ιδέα ότι έπρεπε να φύγεις από το σπίτι για να βρεις τον εαυτό σου. Ηδη ήξερες ποιος ήσουν», τόνισε.
Ο ίδιος -που ήταν πάντα από τους πρώτους μαθητές στο αμερικανικό σχολείο (μάλλον γιατί του έκαναν πολλά μαθήματα οι μεγαλύτερες σε ηλικία του αδελφές) ένοιωσε για πρώτη φορά το ρατσισμό όταν ήταν στο Γυμνάσιο στη δεκαετία του ‘40. Μια ημέρα διάβασε στην ίδια την εφημερίδα που μοίραζε για να βγάλει το χαρτζιλίκι του ότι η επιτροπή της κοντινής πόλης της Hampton Beach είχε ψηφίσει ότι «απαγορεύεται στους Ελληνες η άλλους ‘μελαμψούς Ευρωπαίους’ να είναι ιδιοκτήτες επιχειρήσεων ή να αγοράσουν ακίνητα στην πόλη». Την ίδια εποχή, θυμάται «μερικά Ιρλανδάκια μας φώναξαν grease balls», μια ρατσιστική έκφραση. Εχουν περάσει αρκετές δεκαετίες από τότε, αλλά περνάει για μια στιγμή από το συνήθως χαμογελαστό πρόσωπό του η έκφραση ενός αδικημένου παιδιού. «Αυτό μας πλήγωσε».
Σήμερα ξέρει ότι αυτές οι δυσάρεστες εμπειρίες είχαν να κάνουν με την αρνητική αντίδραση στο κύμα μεταναστών από τη Νότιο Μεσόγειο στις αρχές του 1900 και το «φόβο της βαλκανοποίησης».
Ωστόσο, δεν ήταν αρκετά δυνατό το κύμα για να σταματήσει την πρόοδο του «γιου του Αναστάσιου». Στα 18 του, το 1946, υπηρέτησε στο αρχηγείο του Στρατηγού Ντάγκλας Μακάρθουρ στο Τόκιο της Ιαπωνίας, και μετά σπούδασε, καταλήγοντας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια στη δεκαετία του ‘50. Εκανε το δοκιμαστικό του και ήταν κλινικός ψυχολόγος στο Veteran’s Administration, και μετά δούλεψε ως ψυχολόγος σε ανώτερα εκπαιδευτήρια όπως τη μουσική σχολή Julliard και, για πολλά χρόνια, στο Hunter College.
Σήμερα περνάει πολλές ώρες στο διαμέρισμά του στην Πέμπτη Λεωφόρο, δουλεύοντας στις μελέτες του αλλά βρίσκει και χρόνο να συμμετάσχει σε θεσμούς όπως την επιτροπή του Ελληνικού Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Νέας Υόρκης.


Αλλες μελέτες
Αυτή η μελέτη μπορεί να έχει συνέχεια. Μεταξύ άλλων, η μελέτη επίσης απέδειξε μια ισχυρή σχέση μεταξύ εθνικής ταυτότητας και αποτελεσματικότητας στο σχολείο, αλλά και αυτοεκτίμησης. Διευρύνεται επίσης σε ένα μέρος, επισημαίνοντας ότι το θηλυκό γένος των «συγκεκριμένων λευκών» έχει πιο υψηλή εθνική ταυτότητα, που ίσως, λέει ο Δρ. Κουτρελάκος, έχει να κάνει με πολιτιστικές συμπεριφορές.
Παρόλο που είναι ενθουσιασμένος με τα αποτελέσματα της μελέτης του, ο ψυχολόγος είναι προσεκτικός. Υποστηρίζει ότι έχει τα όριά της γιατί ήταν περιορισμένη στην πόλη της Νέας Υόρκης και Ελληνοαμερικανοί που δεν έχουν πρόσβαση στην ελληνική πολιτιστική εκπαίδευση μπορεί να έχουν άλλες εμπειρίες. Ηταν δύσκολο επίσης λογικά- να μελετήσει την εθνική ταυτότητα των Ελλήνων που δεν παίρνουν μέρους σε ελληνικούς θεσμούς. «Εάν δεν πάνε σε ελληνικό σχολείο ή στην εκκλησία, είναι πολύ δύσκολο να τους βρούμε», υποστήριξε.
Ομως, τα συμπεράσματα που βγαίνουν άνετα από την έρευνα είναι ότι αυτοί οι θεσμοί έχουν ένα σημαντικό κοινωνικό και ψυχολογικό ρόλο. Ο Δρ. Κουτρελάκος τελειώνει, λέγοντας: «Η μελέτη μου δείχνει ότι οι ομογενείς αναπλάθουν τους παραδοσιακούς εκπαιδευτικούς και θρησκευτικούς θεσμούς για να διατηρήσουν την κληρονομιά και την ταυτότητα τους».
http://www.ekirikas.gr

Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011

Αλεβίτες: Οι άγνωστοι συγγενείς μας

Πίνουν κρασί, πιστεύουν στην «Αγία Τριάδα» και στο «αγαπάτε αλλήλους» αλλά δεν είναι χριστιανοί. Η θρησκευτική τους λειτουργία περιλαμβάνει τραγούδι, μουσική και μικρόφωνο, δεν είναι όμως ευαγγελιστές. Πιστεύουν στον Αλλάχ αλλά ερμηνεύουν το Κοράνι αλληγορικά και όχι κατά γράμμα. Δεν πείθονται ότι μετά θάνατον τους περιμένουν τα ουρί του Παραδείσου αλλά ούτε και η Κόλαση. Θρησκευτικά είναι πιο κοντά στους σιίτες, πολιτικά ψηφίζουν Αριστερά, κοινωνικά ήταν αγρότες της Ανατολίας που μετοίκησαν στις φτωχογειτονιές των τουρκικών πόλεων και σήμερα έχουν σχηματίσει μια νέα μεσαία τάξη. Είναι δίπλα μας, ζουν και στην Ελλάδα (στη Θράκη) αλλά μόλις που τους γνωρίζουμε. Οι αλεβίτες-μπεκτασήδες πρόσφατα απέκτησαν το θάρρος να απαιτήσουν τα δικαιώματά τους ως η μεγαλύτερη θρησκευτική μειονότητα της Τουρκίας.

«Μια αλεβίτισσα που εργαζόταν ως μαγείρισσα σε νοσοκομείο απολύθηκε διότι ορισμένοι σουνίτες πιστεύουν ότι δεν πρέπει να φάνε φαγητό μαγειρεμένο από αλεβίτη. Η υπόθεση βρίσκεται στα δικαστήρια» λέει μιλώντας στο «Βήμα» ο Αλί Γιαμάν, καθηγητής Πολιτικής Ιστορίας σε τουρκικό πανεπιστήμιο. Οι αλεβίτες αποτελούν τη μεγαλύτερη θρησκευτική μειονότητα της Τουρκίας, όπως και την πιο αόρατη. Δεν αναγνωρίζονται καν ως μειονότητααπό το τουρκικό κράτος.

Ο αλεβιτισμός αποτελεί μια ανθρωπιστική προσέγγιση του Ισλάμ. «Δεν είμαστε σιίτες, όπως οι Ιρανοί, δεν τηρούμε το ναμάζ, την προσευχή που οι Ιρανοί πραγματοποιούν τρεις φορές την ημέρα (σ.σ.: και οι σουνίτες πέντε), αλλά η πίστη μας έχει σιιτικά στοιχεία, όπως και τουρκικά και σαμανικά» συνεχίζει ο δρ Γιαμάν. Ο αλεβιτισμός έχει έντονες επιρροές από τον σουφισμό, τον μυστικισμό αλλά και από τον χριστιανισμό, ιδίως την Ορθοδοξία. Χαρακτηριστικά του είναι η ανεκτικότητα προς άλλες θρησκείες και η λατρεία των Αλλάχ-Μωάμεθ-Αλί (του γαμπρού του Μωάμεθ, στον οποίο η πίστη αποτελεί τη βασική διαφορά μεταξύ σιιτών και σουνιτών). Ανάμεσα στις διαφορές τους από άλλους μουσουλμάνους είναι η μονογαμία, το ότι δεν προσκυνούν στη Μέκκα και δεν γιορτάζουν το Ραμαζάνι.

Επί αιώνες καταδιωγμένοι, κρατούσαν κρυφή τη θρησκεία τους, γι΄ αυτό οι διαφορές ακόμη και ανάμεσα σε αλεβίτες κοντινών περιοχών είναι συνηθισμένο φαινόμενο. Δεν υπάρχει ένα ενιαίο τελετουργικό αλλά πολλά ελαφρώς διαφοροποιημένα.

«Οι τούρκοι σουνίτες μάς προσάπτουν δύο πράγματα:ότι υποστηρίξαμε τους Πέρσες Σαφαβίδες έναντι των Οθωμανών τον 16ο αιώνα και ότι είμαστε αιρετικοί» λέει ο Γιαμάν. Οι σχέσεις φάνηκε ότι θα βελτιώνονταν όταν ο Κεμάλ Ατατούρκ ίδρυσε τη σύγχρονη Τουρκία διότι οι αλεβίτες είναι βαθιά κοσμικοί, όπως και το όραμα του ιδρυτή της Τουρκικής Δημοκρατίας. «Με τον καιρό όμως έγινε εμφανής η σουνιτική κυριαρχία».

Τη δεκαετία του ΄70 πολλοί αλεβίτες υποστήριξαν σοσιαλιστικά και μαρξιστικά κόμματα στην Τουρκία θεωρώντας ότι οι ιδέες τους ήταν συναφείς με τον αλεβιτισμό. Μεγάλο μέρος της βίας που χαρακτήρισε τη χώρα στα τέλη της δεκαετίας του ΄70 και που αποδόθηκε στον ανταγωνισμό μεταξύ αριστερών και δεξιών ήταν στην πραγματικότητα ένας «πόλεμος» μεταξύ αλεβιτών και σουνιτών- με τους υπερεθνικιστές να συντάσσονται με τους τελευταίους. Η βία κορυφώθηκε στην πόλη Καχραμανμαράς στη Νότια Τουρκία το 1978, όταν Γκρίζοι Λύκοι επιτέθηκαν με βία σε αριστερούς αλεβίτες αφήνοντας 700 νεκρούς. Κατόπιν αυτού, η κυβέρνηση επέβαλε στρατιωτικό νόμο ο οποίος άνοιξε τον δρόμο για το πραξικόπημα του 1980. «Ετσι οι αλεβίτες έχασαν διπλά- και ως αλεβίτες και ως αριστεροί» λέει ο Γιαμάν.

Πιστεύει ότι η κατάσταση βελτιώνεται τα τελευταία χρόνια, «αν και η κυβέρνηση είναι όμηρος των θρησκευόμενων ψηφοφόρων της και δεν μπορεί να κάνει πολλά πράγματα». Τα τζεμ ή τζεμέβι, οι ναοί των αλεβιτών, αναγνωρίζονται ως «χώροι λατρείας» και όχι ως ναοί. «Στην Κωνσταντινούπολη υπάρχουν 70 τζεμ για εκατομμύρια αλεβίτες που ζουν στην πόλη» λέει. «Μεγάλο πρόβλημα είναι το ποσοστό αφομοίωσης των αλεβιτών. Υπάρχει τεράστιο χάσμα ανάμεσα στην παράδοσή μας και στη σημερινή πραγματικότητα».

Αποφασισμένοι να αντιδράσουν ύστερα από πέντε αιώνες καταπίεσης, που τους κράτησαν στην αφάνεια, οι αλεβίτες απευθύνουν έξι αιτήματα προς την τουρκική κυβέρνηση και απειλούν με βροχή από προσφυγές το επόμενο σχολικό έτος (2011-2012) προκειμένου τα παιδιά τους να εξαιρούνται από το μάθημα των (σουνιτικών) θρησκευτικών στο σχολείο, όπως έχουν το δικαίωμα τα παιδιά των χριστιανών και των εβραίων. Εκτός από το να πάψει να είναι υποχρεωτικό το μάθημα των θρησκευτικών, ζητούν να καταργηθεί η Διεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων, να επιστρέψουν τα μοναστήρια των δερβίσηδων στον έλεγχό τους, να αναγνωριστούν τα τζεμέβι ως ναοί, να τερματιστούν οι πολιτικές θρησκευτικής αφομοίωσης και να μετατραπεί σε μουσείο το ξενοδοχείο «Μadimak» στην πόλη Σεβάστεια, όπου είχε πραγματοποιηθεί πολύνεκρη επίθεση εναντίον τους πριν από 18 χρόνια.

Κρασί, δερβίσηδες και σάζι

«Παγανιστές» αποκαλούν τους αλεβίτες οι σουνίτες επειδή στους ναούς τους παίζουν σάζι, τραγουδούν, χορεύουν και πίνουν κρασί, άνδρες και γυναίκες μαζί Ο ντέντε, ο αλεβίτης ιερέας, κάθεται πάνω σε δέρμα προβάτου και οι πιστοί, άντρες και γυναίκες, σχηματίζουν κύκλο στο πάτωμα. Ο πνευματικός ηγέτης, που κατάγεται από οικογένεια-απόγονο του Μωάμεθ, λέει προσευχές, απαγγέλλει ποιήματα και τραγουδάει παίζοντας σάζι ή μπαγλαμά. Καμιά φορά συνοδεύει τον ντέντε ένας παίκτης λαούτου ενώ το εκκλησίασμα τραγουδάει μαζί του και χορεύει έναν χορό, σέμα, που χαρακτηρίζεται από περιστροφές. Για να ολοκληρωθεί η λειτουργία στο τζεμ οι πιστοί τρώνε όλοι μαζί, συχνά ένα τελετουργικά σφαγμένο αρνί (κουρμπάν), συνοδεία κρασιού.

Η μουσική και η ποίηση αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της αλεβιτικής παράδοσης. Τα τραγούδια τους είναι ερωτικά και μιλούν για τη μυστικιστική εμπειρία. Ο ποιητής των σούφι του 13-14ου αιώνα Γιουνούς Εμρέ ήταν αλεβίτης, ενώ έχουν επηρεαστεί έντονα από τον Τζελαλεντίν Ρουμί, ιδρυτή του τάγματος των δερβίσηδων τον 13ο αιώνα. Πολλοί από τους πιο ονομαστούς παραδοσιακούς μουσικούς της σημερινής Τουρκίας είναι αλεβίτες.

Οι περιστρεφόμενοι δερβίσηδες, που χαρακτήριζαν το αλεβιτικό τελετουργικό, αποτελούν στη σύγχρονη εποχή μάλλον φολκλορικό παρά θρησκευτικό στοιχείο. Αιτία ο Κεμάλ. Οταν κατήργησε το χαλιφάτο, θεωρώντας το εμπόδιο στην πρόοδο, οι δερβίσηδες ξεσηκώθηκαν. Ως απάντηση, αυτός κατήργησε τους δερβίσηδες το 1925 (όταν μια εξέγερση Κούρδων τού έδειξε πόσο ισχυροί παρέμεναν ακόμη) τονίζοντας ότι τα αρχαϊστικά μυστήριά τους δεν είχαν θέση στον σύγχρονο κόσμο.

«Σήμερα αντιδράμε! Η φωνή μας επιτέλους ακούγεται»
«Πολλοί φοβισμένοι αναγκάζονται να παριστάνουν τους σουνίτες»λέει στο «Βήμα» ο πανεπιστημιακόςΙζετίν Ντογάν, επίτιμος πρόεδρος της Ομοσπονδίας Αλεβιτών-Μπεκτασήδων «Η μεγαλύτερη διάκριση εις βάρος των αλεβιτών στην Τουρκία είναι ότι, ενώ φορολογούμαστε όπως όλοι οι πολίτες, δεν λαμβάνουμε χρήματα από τον προϋπολογισμό για τους χώρους λατρείας μας. Για τα σουνιτικά τζαμιά αφιερώνονται δισεκατομμύρια λίρες. Αλλο πρόβλημα είναι τα θρησκευτικά που διδάσκονται στα σχολεία:τα βιβλία αναφέρονται μόνο στους σουνίτες και δεν περιέχουν ούτε μία κουβέντα για το αλεβιτικό Ισλάμ»λέει μιλώντας στο «Βήμα» οΙζετίν Ντογάν,καθηγητής Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Γαλατά Σαράι.

«Βρισκόμαστε σε συζητήσεις με την κυβέρνηση για να αλλάξουν όλα αυτά. Σήμερα αντιδράμε! Η φωνή μας επιτέλους ακούγεται.Ευτυχώς το πρόβλημά μας έχει γίνει διεθνές και η κυβέρνηση πιέζεται από την ΕΕ και τις ΗΠΑ».

Δεν υπάρχει κόμμα αλεβιτών,εξηγεί,«διότι δεν υποστηρίζουμε την ιδέα αυτή. Η Τουρκία είναι κοσμικό κράτος και δεν έχει χώρο για κόμματα που βασίζονται στη θρησκεία» . Το Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα (CΗΡ) της αξιωματικής αντιπολίτευσης,«το οποίο υποστηρίζουν σήμερα οι περισσότεροι αλεβίτες, έχει 27 αλεβίτες βουλευτές ενώ το ΑΚΡ τέσσερις ή πέντε. Συνολικά οι 40 από τους 550 βουλευτές είναι αλεβίτες» .

Ο δρ Ντογάν εξανίσταται από αυτή την αριθμητική αδικία.«Οι αλεβίτες είμαστε 25 εκατομμύρια, το ένα τρίτο του πληθυσμού,ενώ οι Κούρδοι, που δεν ξεπερνούν τα 7-8 εκατομμύρια, το ένα δέκατο του πληθυσμού,έχουν περισσότερους από 120 βουλευτές» .

Τραγουδούν για τον έρωτα, κάψτε τους ζωντανούς!

Το ξενοδοχείο που φιλοξένησε φεστιβάλ αλεβίτικης μουσικής και χορού έγινε ο τάφος 35 καλλιτεχνών 2 Ιουλίου 1993. Ενα φεστιβάλ αλεβίτικης μουσικής και χορού στο ξενοδοχείο «Μadimak» της Σεβάστειας κατέληξε στις φλόγες όταν μια ομάδα φανατικών ισλαμιστών το περικύκλωσε μετά την προσευχή της Παρασκευής καίγοντας ζωντανούς 35 καλλιτέχνες συν δύο υπαλλήλους του ξενοδοχείου και τραυματίζοντας 51 άτομα, μεταξύ των οποίων ο συγγραφέας Αζίζ Νεσίν. Η αστυνομία λέγεται ότι παρατηρούσε τον όχλο να βάζει φωτιά στο κτίριο χωρίς να επεμβαίνει. Συνελήφθησαν γύρω στους 30, πολλοί από τους οποίους τη γλίτωσαν τελικά, ενώ οι πραγματικοί υπαίτιοι του μακελειού πιστεύεται πως παραμένουν ατιμώρητοι.

MΠΕΚΤΑΣΗΔΕΣ: ΟΙ 3.000 ΑΛΕΒΙΤΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΘΡΑΚΗΣ
«Αυτοί πάνε στο τζαμί, εμείς τραγουδάμε στον τεκέ»
«Δεν είναι καθόλου απλό να ανήκεις σε μια μειονότητα μέσα στη μειονότητα» εξηγεί στο «Βήμα» Ελληνας Πομάκος, ο οποίος επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του «Στα ορεινά πομακικά χωριά της Ροδόπης αυτοαποκαλούνται κιζιλμπάσηδες ή μπεκτασήδες ενώ στα ορεινά του Εβρου αλεβίτες» λέει μιλώντας στο «Βήμα» μέλος του Πανελληνίου Συλλόγου Πομάκων και συνεργάτης της πομακικής εφημερίδας «Ζαγάλισα» (www.zagalisa.gr) ο οποίος θέλει να διατηρήσει την ανωνυμία του.

Οι αλεβίτες της Ελλάδας αριθμούν, σύμφωνα με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ που τους ανέφερε πρώτη φορά στην ετήσια έκθεσή του για τα ανθρώπινα δικαιώματα το 2009, μόλις 3.000 άτομα ανάμεσα σε ένα σύνολο 120.000 μουσουλμάνων της Θράκης. «Μια βασική διαφορά μας με τους σουνίτες είναι ότι αυτοί πηγαίνουν στο τζαμί ενώ εμείς στον τεκέ-ο πιο ονομαστός είναι ο τεκές της Ρούσσας».

Η Αγκυρα, μας λέει τηλεφωνικά από την Κομοτηνή, προσπαθεί να κάνει τη μειονότητα να αυτοπροσδιοριστεί ως «τουρκομουσουλμανική σουνιτική μειονότητα Δυτικής Θράκης». Οτιδήποτε δεν υπηρετεί αυτόν τον στόχο «ξεσηκώνει την αντίδραση των οργάνων της στην περιοχή». Οι αλεβίτες έχουν συνηθίσει να κρατούν πάντα χαμηλό προφίλ. «Η αλεβιτική ταυτότητα καταδιώκεται» λέει φέρνοντας το παράδειγμα ενός «πατροπαράδοτου πανηγυριού στο χωριό Χίλια που πραγματοποιείται κάθε καλοκαίρι, τον Αύγουστο, και περιλαμβάνει αγώνες πάλης στους οποίους συμμετείχαν κάτοικοι των γύρω χωριών. Τώρα έρχονται παλαιστές από την Τουρκία και έχει μετατραπεί σε τουρκική φιέστα. Το ελληνικό κράτος μάς έχει εγκαταλείψει- ακόμη και τα πεδινά χωριά,πόσω μάλλον τα ορεινά. Οταν τα αστυνομικά τμήματα ξηλώνονται, σε ποιον θα στραφεί ο αλεβίτης Πομάκος που τρομοκρατείται;».

Μας εξηγεί πώς λειτουργεί ο εκφοβισμός. «Σε κάθε χωριό υπάρχουν άτομα που πληρώνονται από την Αγκυρα και προσπαθούν να πετύχουν τον οικονομικό και κοινωνικό αποκλεισμό όποιου προβάλλει την αλεβίτικη ταυτότητά του. Σημαντικό ρόλο παίζουν και οι ιμάμηδες στα μεικτά χωριά. Αν έχει μαγαζί, λένε στον κόσμο στο τζαμί να μην ψωνίζει από αυτόν.Οι διαφορετικές ταυτότητες θεωρείται ότι απειλούν την τουρκομουσουλμανική ενότητα. Ζούμε στην Ελλάδα, ένα ελεύθερο κράτος του 21ου αιώνα,και δεν μπορούμε να δηλώσουμε την ταυτότητά μας! Πραγματοποιείται μια πολιτιστική γενοκτονία εναντίον μας».

Οι αλεβίτες της ελληνικής Θράκης παντρεύονται μεταξύ τους, αν και «τα τελευταία χρόνια γίνονται και λίγοι γάμοι με σουνίτες.Τεκέδες μάς έχουν απομείνει λίγοι και ο έλεγχός τους έχει περιέλθει στα χέρια των σουνιτών». Από τους Πομάκους ένα μικρό μόνο μέρος είναι αλεβίτες. Τα μεγαλύτερα χωριά τους είναι η Ρούσσα, το Γονικό, το Μέγα Δέρειο και η Χλόη- τα περισσότερα βρίσκονται στον Εβρο. Υπάρχουν και λίγοι τουρκογενείς αλεβίτες
BHMA

Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2011

Καππαδοκία η αγιοτόκος

Η Καππαδοκία είναι γνωστή για το μοναδικό τοπίο. Ο Χριστιανισμός είχε μεγάλη σημαντικότητα για την πόλη, τον 2ο αιώνα μΧ. διαμορφωθήκαν πρώτες κοινότητες, τον 4ο αιώνα μΧ. έγινε ο Χριστιανισμός κρατική Θρησκεία. Ιδρύθηκαν εκατοντάδες ενσωματωμένες Εκκλησιές μέσα σε σπηλιές με πολυτελής τοιχογραφήσεις. Από τον 6ο έως τον 18ο αιώνα μπορούμε σήμερα να παρατηρήσουμε όλες της παραλλαγές αυτού του στιλ και μπορούμε να παρακολουθήσουμε πώς άλλαξε με τους αιώνες η ζωγραφική. Άλλα αξιοθέατα είναι οι υπόγειες πόλεις Derinkuyu και Kaymakli, η κοιλάδα της Ihlara η πόλη της πηλοπλαστικής η Avanos και το μοναστήρι Bektasi της Hacibektas.

Κοιλάδα της Göreme
Η κοιλάδα της Göreme είναι με της πολλές σπήλιο-εκκλησιές ένα από τα πιο περίφημα μέρη της Καππαδοκίας. Οι περισσότερες εκκλησιές ιδρύθηκαν μετά την κατοχή του 11ο αιώνα. Στην βυζαντινή εποχή η Göreme (πρώην Κοραμα) έγινε μητρόπολη και ήταν αποκλειστικά οικισμός καλογέρων. Βλέπουμε την εκκλησία Βασίλης από την εποχή του καυγά των εικόνων, η Elmali Kilise δείχνοντας μια σκηνή της βάφτισης του Χρηστού, μια ασυνήθιστη ζωγραφιά της Άγιας Βαρβάρας, η Yilanli Kilise η όποια πηρέ το όνομα της από μια εικόνα ενός φιδιού. Η πιο σημαντική εκκλησία της Göreme είναι η Karanlik Kilise. Η εκκλησία είχε μια κρυμμένη είσοδο, γι’αυτό ήταν σκοτινει και έτσι συντηρήθηκε η λάμψη των τοιχογραφήσεων. Αυτές οι τοιχογραφήσεις του 11ο αιώνα μας δείχνουν σκόνες της ζωής του Χρηστού και τους Ευαγγελιστές. Η Tokali Kilise, η μεγαλύτερη εκκλησία της Καππαδοκίας ιδρύθηκε τον 10ο αιώνα. Το παλιότερο μέρος της εκκλησιάς μας μαθαίνει την ιστορία του Χρηστού και του βαφτιστή Ιωάννη. Στο κεντρικό δωμάτιο βρίσκουμε της ομορφότερες τοιχογραφήσεις της εποχής της ανθίσεως. Υπάρχουν υπόλοιπα ερείπια από μοναστήρια και πολλές εκκλησιές που βρίσκονται στην κοιλάδα της Göreme, αλλά είναι υπερβολικά πολλές για να αναφερθούν όλες εδω.

Κοιλάδα της Soganli
Η κοιλάδα της Soganli είναι μετά την Göreme το δεύτερο σημαντικό κέντρο καλογέρων. Οι τοιχογραφήσεις των εκκλησιών κατάγονται από τον 9ο έως 13ο αιώνα. Συνολικά βρεθήκαν μέχρι σήμερα 150 εκκλησιές από της οποίες κάποιες καταπλακωθήκαν. Οι σπουδαιότερες εκκλησιές είναι η Karabas Kilise που ιδρύθηκε το 1060-1061 και η Άγια Βάρβαρα που ιδρύθηκε της αρχές του 11ο αιώνα.

Η υπόγεια πόλη Derinkuyu
Οι υπόγειες πόλης διαμορφωθήκαν την εποχή των Φρυγικών και επεκτάθηκε ύστερα από τους βυζαντινούς. Οι υπόγειες πόλης χρησίμευαν σε χώρο υποχώρησης σε περίπτωση εχθρικής επίθεσης. Έως 80 μ βαθιά τούνελ εφοδίασαν της πόλης με φρέσκο αέρα. Πηγάδια και αποθήκες έδιναν την δυνατότητα μιας μεγαλύτερης παραμονής. Derinkuyu είναι η μεγαλύτερη υπόγεια πόλη στην Καππαδοκία και ανακαλύφτηκε το 1963. Στην Derinkuyu μπορούμε να βαδίσουμε 11 πατώματα προς τα κάτω, αλλά πατώματα δεν εχούν σκάφτει ακόμα. Μέχρι στιγμής η Derinkuyu έχει μια επιφάνεια από 1500 μ², όμως προϋποθέτουμε ότι είναι μόνον ¼ της ολόκληρης εγκατάστασης. Η πόλη ήταν συνδεμένη με άλλες υπόγειες πόλης μέσο χιλιόμετρων από τούνελ. Υπολογίζουμε ότι η Derinkuyu είχε την δυνατότητα να δώσει σε 3.000-50.000 ανθρώπους προσφυγή.
Κοιλάδα της Ihlara
Η κοιλάδα της Ihlara βρίσκεται σε ένα πανέμορφο φαράγγι και προσφέρει εκτός της αξιοθέατες εκκλησιές επίσης μια εκπληκτική φύση. Περπατώντας στην ακτή του ποταμίου Melendiz Suyu, βλέπουμε γύρο μας πλατάνια και φιστικιές. Ιδιαίτερο αξιοθέατο είναι η Kokar Kilise με της παρδαλές τοιχογραφήσεις όπως η πολύ παλιά εκκλησία Egri Tas και η Yilanli Kilise που ιδρύθηκαν τον 11ο αιώνα και διαφέρουν πολύ στο στιλ με της άλλες εκκλησιές.


Κοιλάδα της Zelve
Η κοιλάδα της Zelve διαμορφώνετε μια από της πιο φανταστικές τοπογραφήσεις της Καππαδοκίας. Η κοιλάδα της Zelve ήταν κατοικημένοι μέχρι το 1953. Μέχρι τον 20ο αιώνα κατοικούσαν Χριστιανοί μαζί με Μουσουλμάνους. Το 1967 μεταμορφώθηκε σε μουσείο. Υπάρχουν κατοικίες, σκαλίτσες, γαλαρίες, εκκλησιές και περιστερεώνες. Η ειδικότητα των εκκλησιών είναι ότι οι τοιχογραφήσεις κατάγονται από την εποχή πριν του καυγά των εικόνων. Σχηματικές παραστάσεις ήταν σπάνιες και προερχόταν από την απόρριψη της εικονολατρίας. Ιδιαίτερη προσοχή αξίζει η εκκλησία Üzümlü με απόλυτες τοιχογραφήσεις του 8ο και 9ο αιώνα.

Πηλοπλαστική πόλη Avanos
Η Avanos βρίσκεται στην ακτή του ποταμίου Kizilirmak, ο όποιος έφερε μέσο ίζημα πυλού πολύ δόξα και ευημερία στην πόλη. Ο Kizilirmak είναι ο μακρύτερος πόταμος και η σπουδαιότερη υδάτινη οδός της Τουρκιάς. Από την αρχαιότητα κάνουν εδω πηλοπλαστική και σήμερα υπάρχουν περίπου 100 αγγειοπλαστικά. Μπορούμε να παρακολουθήσουμε τους πηλοπλάστες στην δουλεία τους, κα σίγουρα θα θέλετε να κρατήσετε ένα ενθύμιο.




Μοναστήρι Hacibektas
Στο προσκυνητάριο Hacibektas βρίσκεται το μητρικό μοναστήρι Bektasi-Derwische. Ο Haci Bektas Veli γεννήθηκε το 1248 στην Chorasan και σπούδασε φιλοσοφία, φυσική, λογοτεχνία και θεολογία. Ίδρυσε το Bektasi παράσημο και το κεντρικό μοναστήρι του. Την οθωμανική εποχή είχε το μοναστήρι μεγάλη επιρροή. Οι Bektasi διαφέρουν σε πολλά σημεία από την ορθόδοξη ισλαμική θρησκεία. Οι γυναίκες είναι ισόνομα μελή και δεν είναι απαραίτητο το σκέπασμα με πέπλο. Μια τελετουργική πράξη αποτελείτε από ψωμί, κρασί και τυρί. Η διάδοση στον λαό έγινε κύριος μέσο τραγουδιών και ποιήματα.

Source : Club Natura blog

Τρίτη 18 Ιανουαρίου 2011

Κεμαλισμός και νεο-ελληνική ιστοριογραφία

Του Βλάση Αγτζίδη

Μια σφαγή στο περιθώριο της Ιστορίας

Διαβάζοντας το διδακτορικό του εξαιρετικού Τούρκου ιστoρικού Fuat Dundar με τίτλο «Modern Turkiye’nin Sifresi» [«Ο Κώδικας της Σύγχρονης Τουρκίας» με υπότιτλο: Η Μηχανική των Εθνοτήτων της (οργάνωσης) Ένωσης και Πρόοδος (1913-1918)»] που εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο Iletisim, συναντήσαμε και πάλι το οργανωμένο σχέδιο του νεοτουρκικού εθνικισμού. Ενός εθνικισμού, που γεννήθηκε στους κόλπους του οθωμανικού στρατεύματος, επηρεάστηκε βαθύτατα από τον γερμανικό μιλιταρισμό και προσπάθησε να δημιουργήσει μηχανισμούς ελέγχου της σύνθεσης των πληθυσμών που ζούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία την περίοδο 1913-1918.

Στο διδακτορικό του ο Dundar αποδεικνύει ότι οι Νεότουρκοι είχαν εκπονήσει από το 1913 ένα οργανωμένο σχέδιο, με βάση το οποίο πραγματοποιήθηκαν οι εθνικές εκκαθαρίσεις κατά των Ελλήνων και των Αρμενίων. Ο ίδιος αναδεικνύει μέσα από τη μελέτη των πηγών, οθωμανικών και γαλλικών, ότι η επιχείρηση τουρκοποίησης της Μικράς Ασίας με τη βία, τα πογκρόμ και τις μετακινήσεις πληθυσμών είχε λάβει ασύλληπτες διαστάσεις και έγινε με βάσει επίσημες κωδικοποιημένες οδηγίες που έστελνε η νεοτουρκική διοίκηση.

Ο Dundar συμπληρώνει κριτικά, από την πλευρά της σύγχρονης τουρκικής ιστοριογραφίας, τις πρόσφατες δηλώσεις του Τούρκου υπουργού Άμυνας, που θύμισε σε όλους ότι οι εθνικές εκκαθαρίσεις εις βάρος των Ελλήνων και των Αρμενίων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν αναγκαίες για να δημιουργηθεί το τουρκικό έθνος-κράτος. Άφησε επίσης να εννοηθεί ότι αυτές οι μέθοδοι λίγο-πολύ δείχνουν το δρόμο και για την επίλυση του κουρδικού ζητήματος.

Στη συνέχεια η πολιτική αυτή των Νεότουρκων θα εξαγνιστεί, θα αποτελέσει την ιδεολογική βάση στη τουρκική δημοκρατία και θα τύχει ιδεολογικής επεξεργασίας από τους Τούρκους εθνικιστές κεμαλικούς ιστορικούς. Βασικοί άξονες της κεμαλικής «κατασκευαστικής» ιστοριογραφίας είναι η διαχρονική ανάδειξη του τουρκικού εθνικού παράγοντα εις βάρος της οθωμανικής οικουμενικότητας και η εξάλειψη των ιστορικών ερεισμάτων στη Μικρά Ασία και την Ανατολία των κληρονομικών εχθρών, των Ελλήνων. Βασικός στόχος ήταν να αποδειχθεί ότι αφενός από τους προϊστορικούς χρόνους η Ανατολία κατοικιόταν από τουρκικά φύλα και αφετέρου ότι οι περιοχές αυτές την εποχή του ελληνοτουρκικού πολέμου (1919-1922) συγκροτούσαν την αδιαφιλονίκητη τουρκική πατρίδα, που επιβουλεύτηκαν οι «ξένοι ιμπεριαλιστές».

Φυσικά το ζήτημα του ιστορικού μεταίχμιου, με το πέρασμα από την εποχή της πολυεθνικής θρησκευτικής Αυτοκρατορίας στην εποχή των εθνών-κρατών, όπως και η παρουσία μεγάλων αριθμών Ελλήνων, Αρμενίων, Ασσυροχαλδαίων κ.ά. ουδόλως θεωρείται ως ζήτημα άξιο λόγου. Ο Etienne Copaux, εθνολόγος στο CNRS, αναφέρει ότι: «…οι κεμαλικοί ιστορικοί σφυρηλατούν ένα ‘νέο παρελθόν’. Απαντώντας έτσι στην αδήριτη γι αυτούς ανάγκη να συστήσουν ένα ένδοξο τουρκικό- και όχι πια οθωμανικό- παρελθόν».

Μελετώντας την νεοελληνική ιστοριογραφία, τον τρόπο πρόσληψης της σύγχρονης ιστορίας και ειδικά του συγκεκριμένου ιστορικού μεταίχμιου βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια ελληνική εκδοχή του κεμαλικού ερμηνευτικού σχήματος. Στη νεοελληνική ιστοριογραφία δεν υπάρχει ρήξη μεταξύ οθωμανικού και τουρκικού χώρου, αλλά αντιθέτως υπάρχει μια αδιαμφισβήτητη και ενιαία τουρκική εθνική κυριαρχία στη Μικρά Ασία και στην Ανατολία, την οποία έρχονται να αμφισβητήσουν έξωθεν οι Έλληνες. Δεν υπάρχει γενοκτονία και οργανωμένο σχέδιο κατά των χριστιανικών κοινοτήτων από τους Νεότουρκους, γιατί απλώς η πολιτική των Νεότουρκων συγκροτούσε «νόμιμη αντίδραση». Δεν αντιμετωπίζεται η επόμενη μέρα της οθωμανικής κατάρρευσης ως ευκαιρία επίλυσης του εσωτερικού εθνικού ζητήματος, γιατί απλώς οι χριστιανικές κοινότητες δεν αντιμετωπίζονται ως συλλογικά υποκείμενα με πολιτικά δικαιώματα.

Με τον τρόπο αυτό, η αντίληψη της νεοελληνικής ιστοριογραφίας και το ερευνητικό της πεδίο, περιορίστηκε απελπιστικά. Σημαντικά τμήματα της νεότερης ελληνικής ιστορίας έμειναν στο σκοτάδι ως άγραφες Λευκές Σελίδες. Κι αυτό γιατί η ιστοριογραφία μας καθορίστηκε από τα στενά συμφέροντα του έθνους-κράτους και των διαφόρων πολιτικών εκδοχών που εμφανίστηκαν αποκλειστικά στα όριά του. Αναπαρήγαγε έτσι πιστά την αντιμικρασιατική πολιτική, που κορυφώθηκε σε δύο ιστορικές στιγμές: το Νοέμβρη του 1916, όταν οι παρακρατικοί «Επίστρατοι» του Ιωάννη Μεταξά έκαναν το πογκρόμ κατά των Μικρασιατών προσφύγων και το Σεπτέμβρη του 1922, όταν η κυβέρνηση Γούναρη απαγόρευσε την εκκένωση της Σμύρνης και παρέδωσε το χριστιανικό πληθυσμό στους νικητές κεμαλικούς. Ακριβώς στο ίδιο πλαίσιο στη συνέχεια απεκρύβη η μικρασιατική τραγωδία και κατασκευάστηκε το ιδεολόγημα της ανήθικης «ιμπεριαλιστικής επίθεσης στην Τουρκία» και την ηθική αντίσταση του τουρκικού λαού κατά των εισβολέων. Η νομιμοποίηση των εθνικών εκκαθαρίσεων που διέπραξε ο τουρκικός εθνικισμός υπήρξε ο κοινός τόπος. Ως εξέλιξη της ίδια πολιτικής μπορεί να θεωρηθεί η αποσιώπηση και η απουσία κάθε ερευνητικής απόπειρας, για τις σταλινικές διώξεις που πραγματοποιήθηκαν εναντίον των Ελλήνων της Σοβιετικής Ένωσης από το 1937.

Η πραγματικότητα αυτή θα αμφισβητηθεί μόνο μετά τη δεκαετία του ’90, όταν θα προβάλλει –με όχι επιτυχημένο πάντα τρόπο- μια ιστοριογραφική σχολή που θα γεννηθεί στους κόλπους των προσφυγικών οργανώσεων. Το γεγονός αυτό θα προκαλέσει την αντίδραση της παραδοσιακής ιστοριογραφίας –των «νέων ιστορικών» συμπεριλαμβανομένων- οι οποίοι θα κινηθούν μ’ ένα σπασμωδικό τρόπο καταγγελίας και αμφισβήτησης της νέας αυτής τάσης. Η ενόχλησή τους θα είναι τόσο έντονη, ώστε θα καταφύγουν και σε μεθόδους συνειδητής παραχάραξης και παρανόησης, ακόμα και διεθνών νομικών όρων, όπως αυτός της «γενοκτονίας», προκειμένου να υποστηρίξουν την παραδοσιακή φιλοκεμαλική τους εκδοχή. Όπως επίσης και αποσιώπησης σημαντικών αποφάσεων διεθνών οργανισμών, όπως αυτό της Διεθνούς Ένωσης Ακαδημαϊκών για τη Μελέτη των Γενοκτονιών (International Association of Genocide Scholars), που εντάσσει τις γενοκτονίες των Ελλήνων της Ανατολής στις μεγάλες γενοκτονίες του 20ου αιώνα.

Παράλληλα, δε θα λείψουν περιπτώσεις, όπου θα έχουμε συμπεριφορές ακατανόητης υπεροψίας, κάτι ως Αγγλοσάξονες που μελετούν τους Αμπορίτζιναλς. Χαρακτηριστικές πρόσφατες περιπτώσεις τέτοιας συμπεριφοράς, αποτελεί το επιστημονικό συνέδριο που έλαβε χώρα στη Θεσσαλονίκη με αφορμή τα 100 χρόνια από το Πραξικόπημα των Νεότουρκων, όπου οι διοργανωτές απέφυγαν να καλέσουν Έλληνες ιστορικούς, όπως π.χ. ο Π. Ενεπεκίδης, που έχουν μελετήσει τα διπλωματικά έγγραφα της περιόδου 1908-1918, απ’ όπου συνάγεται ότι οι Νεότουρκοι πραγματοποίησαν γενοκτονία των Ελλήνων της Ανατολής. Αντίστοιχη περίπτωση είναι το γεγονός που έλαβε χώρα στο πρόσφατο συμπόσιο του περιοδικού «Historein», όπου η Γενοκτονία των Ποντίων αναφέρθηκε ως λαϊκό μύθευμα που αντιστρατεύεται την «επίσημη επιστημονική ιστορία».

Εν κατακλείδι

Βρισκόμαστε σε μια ενδιαφέρουσα εποχή, όπου για πρώτη φορά οι βασικές αρχές της παραδοσιακής νεοελληνικής ιστοριογραφίας αμφισβητούνται μέσα από μια αποδομητική λειτουργία, που προέκυψε με την εμφάνιση της προσφυγικής ιστοριογραφίας. Ως γνωστό η αποδόμηση (deconstruction), «είναι ένα μεγάλο θεωρητικό ρεύμα, που διέτρεξε όλες τις ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες στις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα, θέτοντας εν αμφιβόλω συμβάσεις οι οποίες κάλυπταν βεβαιότητες και αγκυλώσεις». Κακώς οι εκφραστές των «παραδοσιακών αξιών» της νεοελληνικής ιστοριογραφίας την αντιμετωπίζουν ως καταστροφή και ξεθεμελίωμα. Αντιθέτως, είναι έρευνα επί της ιστορικότητας των εννοιών, γίνεται αυτοψία στα δομικά υλικά που συγκρότησαν το εγχείρημα των εθνών-κρατών στις δύο πλευρές του Αιγαίου. Η αμφισβήτηση των παραδεδεγμένων θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται ως ευκαιρία και πρόκληση για να αναστοχαστούμε πάνω στα βασικά ζητήματα του νεότερου ελληνισμού.

Τελικά, παρά το ότι συζητείται στα πηγαδάκια, φαίνεται ότι την ουσιαστική αποδόμηση της νεοελληνικής ιστοριογραφίας την επιχείρησε η προσφυγική ιστοριογραφία από τη δεκαετία του ’90 και εντεύθεν. Και ίσως έτσι δικαιολογείται η αμηχανία της παραδοσιακής ιστοριογραφίας -των «νέων ιστορικών» συμπεριλαμβανόμενων- προς τις νέες προσεγγίσεις.

Source:el-pontos.blogspot

Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2011

Documents on the bilingual Greeks in Macedonia

The Bilingual Greeks of Macedonia do not consider themselves as a minority. They are Greek and they understand and speak a second language other than Greek. It is a Slavic Idiom based on Bulgarian and contains Greek, Turkish and Albanian words. It is not the “Makedonski language” of Skopje which was formed by Yugoslav Serbs in 1944 by removing many Greek, Bulgarian, Albanian elements and replaced them with Serb. This emphasis was politically motivated and made to purposely distinguish the bulgarophile citizens of Vardaska Banovina from Bulgaria. The Vinozhito (OURANIO TOXO/RAINBOW) Party of Greece based in Florina does not represent these people at all, contrary to what Vinozhito and Skopje Claim.

1) “Grecomaniacs/Grecoman/Grckoman” (passionately Greek) in the words of the Bulgarians and their descendants: The following discussion on the nationality of these Bulgarophone speakers, which [French reporter] Michel Paillares reports having had with Hilmi Pasha, the Inspector General of the Macedonian vilayets of Monastir and Thessaloniki, is significant :


Paillares: But these Bulgarophones insist that they are really Greeks?
Hilmi: They say they are Greeks when no coercion, no constraint, is brought to bear on them.
Paillares: And what is your opinion, Your Excellency ?
Hilmi: My opinion, and the opinion of my government, is that they are Greeks. We classify our subjects according to which schools and which Church they attend. Being unable to win people by peaceful propaganda, the Comitadjis do not hesitate to make use of the most atrocious methods. They turn to the knife, the revolver, the axe.


2) From the book: Agones ston Elliniko Borra (Struggles in the Greek North), Makedonia 1862 – 2007, by Georgios K. Papavizas, published in 2007 by Ekdoseis Symmetria, p.99; Book is available in English and Greek:
French reporter Michel Paillares (again):

Easy AdSense by Unreal
“Ti me endiaferoun oi ethnologikes kai glwssologikes theories; …Ekeino pou me endiaferei einai pou oti oloi autoi oi Makedones, aneksartita apo tin glwssa pou miloun, protimoun na stavrothoun apo tous Boulgarous para na arnithoun ton Ellinismo tous…Oi asimantoi autoi iroes einai Ellines, kai gonatizw brosta sto ypertato megaleio tous.”



“What do I care about ethnologic or linguistic theories?…That which interests me is that all these Macedonians, regardless of what langauge they speak, prefer to get crucified by the Bulgarians instead of to deny their Hellenism…These unsung heroes are Greeks, and I kneel in front of their supreme grandeur.”

3) In 1871, the Russian Goloubinskii had written : “These purported Greeks nourished a more implacable hatred and a more intense scorn for all things Bulgarian or Slavic than did real Greeks.”

4) An extract from a book by Giovanni Amadori-Virgili, a former Italian Minister of Foreign Affairs, entitled “La questione Rumeliota (Macedonia, Vecchia Serbia, Albania, Epiro) e la politica italiana”, published in 1908 as number 1 in a series by the Biblioteca Italiana on foreign policy:
The passage in question reads: “Through their partiotic sentiments and their devotion to Greek traditions and Greek culture, the Slav-speaking Greeks of Macedonia express their vigorous determination to be Greeks.”

Παρασκευή 14 Ιανουαρίου 2011

Η φυλή των Καλάς

Το Φεβρουάριο του '98 επισκέφτηκαν το χωριό μας μια ομάδα παιδιών της φυλής των Καλάς από το μακρινό Πακιστάν, με τους συνοδούς των. 'Ολη η ομάδα ξεναγήθηκε στον αρχαιολογικό χώρο και στο μουσείο της Πέλλας, στο εργαστήριο εκμαγείων καθώς και στο συνεταιρισμό ψηφιδωτών. Ο όμιλος μάς ακολούθησε και κάλυψε φωτογραφικά την επίσκεψή τους. Πριν την αναχώρησή τους, στο γραφείο του ο κ. Δήμαρχος χάρισε στα παιδιά αναμνηστικά του ιστορικού μας δήμου. Ποιοι είναι οι Καλάς; Αναδημοσιεύουμε το σχετικό φυλλάδιο που μας δώσανε:

Στη Δυτική περιοχή της ινδικής υποηπείρου, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το κράτος του Πακιστάν, έγινε πριν από αιώνες η συνάντηση των λαών της Ινδίας και της Ελλάδας. Αρχαίοι 'Ελληνες συγγραφείς, όπως ο Ηρόδοτος, μας ενημερώνουν ότι από τον 6ο π.Χ αιώνα υπήρχαν εκεί 'Ελληνες, αλλά και Βουδιστικά κείμενα, όπως το "Majjihima Nakaya", αναφέρονται σε "Κράτος Ελλήνων" την εποχή του Βούδα τον 6ο π.Χ. αιώνα στον Καύκασο (Hindukush), εκεί που σήμερα ζουν οι Καλάς. Η παρουσία των Ελλήνων στην ινδική υποήπειρο γίνεται περισσότερο αισθητή μετά τον 4ο π.Χ. αιώνα:

1. Με την εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου που διέσχισε τη χώρα του Ινδού (327-326 π.Χ).
2. Με την ανάπτυξη των ελληνικών Βασιλείων της Βακτρίας και της Ινδίας για τρεις περίπου αιώνες μετά τον Αλέξανδρο.
3. Με την άνθιση της Ελληνοβουδιστικής τέχνης της "Gadhara" για άλλους πέντε αιώνες.

Η χώρα του Πακιστάν καθίσταται ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα για τους 'Ελληνες, όχι μόνο για το ιστορικό παρελθόν της αλλά και για το παρόν της. Ο σημερινός επισκέπτης ακούει έκπληκτος τους φιλόξενους πολίτες αυτής της Χώρας να φέρουν με πολλή υπερηφάνεια το όνομα "Σικαντέρ Αζάμ" (Αλέξανδρος ο Μέγας). Να μιλούν για τις 6 Αλεξάνδρειες που υπάρχουν στη Χώρα τους, μεταξύ των οποίων είναι η Νίκαια-Αλεξάνδρεια και η Βουκεφάλεια-Αλεξάνδρεια. Να εμπιστεύονται την "Younani Medicine", δηλαδή την ελληνική Ιατρική, παιδί της Ιπποκράτειας, που έφερε μαζί του ο Αλέξανδρος. 'Εκπληκτος ο 'Ελληνας επισκέπτης των Μουσείων του Πακιστάν στο Καράτσι, στη Λαχώρη, στο Πεσάβαρ, στα Τάξιλα, διαβάζει γραμμένα στα ελληνικά τα ονόματα των 41 Ελλήνων Βασιλέων της Βακτρίας και της Ινδίας πάνω στα χρυσά και αργυρά τους νομίσματα: Δημήτριος, Μένανδρος, Αγαθοκέλεια ... Βλέπει το Βούδα με τα Απολλώνια χαρακτηριστικά, ντυμένο με τον ελληνικό χιτώνα, και διακρίνει στα ανάγλυφα της Gadhara, δίπλα στις Βουδιστικές Θεότητες, Ελληνικές, όπως του Δία και της Αθηνάς. Ανάμεσα στους κορινθιακούς κίονες και τις πέτρινες γιρλάντες με τ’ αμπελόφυλλα, τους κισσούς και τους ερωτιδείς, τους Τρίτωνες και τους 'Ατλαντες, τα ανάγλυφα με τις βακχικές σκηνές και τους ελληνικούς χιτώνες των αγαλμάτων, ξεχνά την απόσταση που χωρίζει το Πακιστάν από την Ελλάδα της Μεσογείου.
'Οταν μαθαίνουν ότι είναι 'Ελληνας, του συνιστούν να επισκεφθεί τους «συγγενείς» του στις Βόρειες περιοχές του Πακιστάν, εκεί όπου συναντώνται οι οροσειρές των Ιμαλαΐων και του ινδικού Καυκάσου (Hindukish). Οι παραδόσεις αυτών των φυλών με τα Μεσογειακά χαρακτηριστικά, στο Τσιτράλ, στο Χούνζα, στο Γκιλγκίτ, στο Σκαρντού με την ακρόπολή τους που την ονομάζουν Ισκαντέρια, δηλαδή Αλεξάνδρεια, τους θέλουν απογόνους των στρατιωτών του Μ. Αλεξάνδρου και έτσι προβάλλονται από τα έντυπα του Πακιστανικού Οργανισμού Τουρισμού.


Η ΦΥΛΗ ΤΩΝ ΚΑΛΑΣ

Οι 3.000 Καλάς ζουν σε 30 περίπου οικισμούς, πάνω στις απόκρημνες πλαγιές του Ινδικού Καυκάσου (Hindukush), σε υψόμετρο 2.500 μέτρων. Η παράδοση τους θέλει απογόνους των στρατιωτών του Μ.Αλεξάνδρου που παρέμειναν στις περιοχές αυτές, όταν ο στρατός του μεγάλου στρατηλάτη διέσχιζε τον ινδικό Καύκασο οδεύοντας προς Νότο. Η φυλή αυτή παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για μας, γιατί δεν έχει εξισλαμισθεί και διατηρεί μια μοναδική στον κόσμο παράδοση με στοιχεία από την αρχαία ελληνική στη θρησκεία, έθιμα, μουσική, γλώσσα κ.λπ.

Η θρησκεία τους είναι πολυθεϊστική. Πατέρας των θεών και των ανθρώπων είναι ο DI ZAU (Δίας-Ζευς). Το όνομά του σημαίνει «αυτός που δίνει ζωή» μιας και οι λέξεις «DI» και «ZAU» σημαίνουν «Δίδω» και «Ζωή» αντίστοιχα. Τον πατέρα των θεών τον αποκαλούν και "Raintagarau" (Παντοκράτωρ) που σημαίνει αυτόν που «τα πάντα ελέγχει και κυβερνά». Η θεότητα του σπιτιού, της οικογένειας και της κοινότητας είναι η «Tsestak» (Εστία). Κάθε σπίτι έχει μια γωνιά αφιερωμένη σ' αυτήν και κάθε οικισμός ένα ναό, όπου συγκεντρώνονται για τις τελετές τους. Στα δάση, στα ποτάμια, στις κορυφές των βουνών κατοικούν διάφορα Πνεύματα (Νύμφες), που πολλές φορές βοηθούν τους Καλάς μέσω «διαμέσων» ανθρώπων οι οποίοι μπορούν και επικοινωνούν μαζί τους. Προστάτης των ποιμένων είναι ο "Sagikor" με ιδιαίτερο ιερό, που δέχεται προσφορές όταν οι ποιμένες κατεβαίνουν από τα υψώματα στα χωριά τους. Το τελετουργικό της θυσίας ακολουθεί την αρχαία ελληνική παράδοση, αφού και εδώ ο κέδρος και η βελανιδιά είναι τα ιερά δένδρα του DI ZAU. Ο καπνός των κλαδιών που καίγονται ευχαριστεί τους θεούς. Αυτοί που συμμετέχουν στη θυσία πρέπει να κάνουν καθαρτήριο λουτρό με νερό πηγής ή με μούστο από σταφύλια που έκοψαν πρόσφατα. Με το αίμα του ζώου ραντίζουν το βωμό και τη φωτιά που έχουν ανάψει. Κατά τη διάρκεια της τελετής όλοι οι άνδρες προσεύχονται μεγαλόφωνα στους θεούς. Οι γυναίκες δεν συμμετέχουν. Τα κέρατα του θυσιαζόμενου ζώου κοσμούν τις προσόψεις των σπιτιών, αφού το δικέρατο σύμβολο παραμένει ακόμα ιερό στον τόπο τους από τότε που ο μεγάλος στρατηλάτης το υιοθέτησε, όταν επισκέφθηκε το Ιερό του 'Αμμωνα Δία στην όαση Σίβα.

Οι Καλάς ακολουθούν σήμερα τα ίδια αρχαία έθιμα, δηλαδή καθαρτήρια λουτρά, ψήσιμο ειδικών άρτων, πυρσοφορίες, σεξουαλικά πειράγματα, προσφορά τροφών στους προγόνους τους κ.α. Στις θρησκευτικές εορτές που παρευρίσκονται και γυναίκες εκτελούνται γυναικείοι κυκλικοί χοροί. Οι γυναίκες είναι πιασμένες σε κύκλο με τα χέρια πλεγμένα πίσω από την πλάτη και συνοδεύουν το χορό με τραγούδι. Η οργανική συνοδεία που βρίσκεται στο κέντρο του κύκλου είναι ένα μεγάλο νταούλι, ξύλινες φλογέρες και τοξοειδής άρπα με τέσσερις χορδές που θυμίζει την αρχαιοελληνική λύρα. Μέσα στη θάλασσα των μουσουλμάνων της Ασίας, οι Καλάς είναι οι μόνοι που παράγουν κρασί και το χαίρονται στις γιορτές και στις συνάξεις τους. Η γλώσσα τους έχει στοιχεία από τα Περσικά, τα Σανσκριτικά και τα Ελληνικά, αφού βρίσκουμε λέξεις που έχουν κοινές ρίζες με τη δική μας γλώσσα.


ΝΟΜ όνομα
ΠΑΡΕΙΜ πορεύομαι, διαβαίνω εκ του πάρειμι
ΧΕΜΑΝ χειμώνας
ΙΛΑ έλα
ΔΟΝΤΟΥΓΙΑ δόντια
DI δίδω
ΙΣΠΑΤΑ χαιρετισμός, εκ του ασπάζομαι. Γι' αυτό φιλιούνται
όταν συναντιούνται μετά από καιρό

Αλλά και στη γύρω περιοχή, που μέχρι τα τέλη του προηγούμενου αιώνα ανήκε στην αυτόνομη επικράτεια του Καφιριστάν (χώρα των απίστων κατά τους Μουσουλμάνους, που κατάφεραν να εξισλαμίσουν το μεγαλύτερο ποσοστό των Καφίρς), συναντά κανείς στους χαιρετισμούς τους λέξεις όπως «χάιρε, χαϊρέτα, γιάμασις». Η γλώσσα των Καλάς δεν γράφεται. Οι Δανοί ερευνητές που ασχολούνται από το 1948 μαζί τους έχουν κατασκευάσει έναν τύπο αλφαβήτου που στηρίζεται στο φωνητικό.

Η ενδυμασία των γυναικών μοιάζει πολύ με τον αρχαίο χιτώνα. Το φόρεμά τους είναι μαύρο και είναι κεντημένο στα μανίκια, γύρω από το λαιμό και στον ποδόγυρο. Το χτένισμά τους είναι χαρακτηριστικό με τις πέντε πλεξούδες που το αποτελούν. Το γιορτινό καπέλο τους φέρει φούντα και κατά τη διάρκεια των γιορτών τους κοσμείται με φτερά και αρωματικά κλαδιά. Μοιάζει με το λοφίο περικεφαλαίας της Μακεδονίτικης στολής. τα θαλασσινά κοχύλια είναι απαραίτητο κόσμημα των καπέλων τους, πιθανό κατάλοιπο της θαλασσινής καταγωγής τους. Οι άνδρες μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα φορούσαν χιτώνιο-σάκο που το ονόμαζαν "Σακάτσι". Το καπέλο τους θυμίζει την αρχαία μακεδονική Καυσία. Ο τρόπος κατασκευής των σπιτιών τους έχει πολλά κοινά στοιχεία με το μακεδονίτικο σπίτι. Είναι κτισμένα με πέτρες και ξύλα και με εξώστη στο πάνω πάτωμα. Στις προσόψεις των σπιτιών τους υπάρχουν ξυλόγλυπτα μοτίβα που παραπέμπουν σε ανάλογα ελληνικά (μαίανδροι, ρόδακες, γεωμετρικά σχήματα και ακτινωτά αστέρια). Από παράδοση κάθονται σε καρέκλες και σκαμνιά, σε αντίθεση με τον παραδοσιακό τρόπο των Ασιατών που κάθονται οκλαδόν. Ο Πακιστανικός οργανισμός Τουρισμού τους προβάλλει ως απογόνους των στρατιωτών του Μ. Αλεξάνδρου. 'Ετσι πολλοί επισκέπτονται τις κοιλάδες τους για να γνωρίσουν τη μοναδική αυτή φυλή.

Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2011

OΙ ΕΞΙΣΛΑΜΙΣΜΕΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΤΟΥΡΚΙΑ

του Βλάση Αγτζίδη

Η οριστική διαμόρφωση των πληθυσμών στην Ελλάδα και την Τουρκία καθορίστηκε από τη συνθήκη της Λωζάννης τον Ιoύλιο του 1923. Η συνθήκη πρόβλεπε την ανταλλαγή των πληθυσμών με βασικό κριτήριο κατάταξης τη θρησκευτική πίστη. Έτσι οι χριστιανοί θα έπρεπε να εκδιωχθούν από την Τουρκία και οι μουσουλμάνοι από την Ελλάδα. Η επιλογή με βάση το θρήσκευμα οδήγησε αφένός στην εξαίρεση των ελληνικών πληθυσμών που είχαν εξισλαμιστεί ή βρισκόταν σε κρυπτοχριστιανική κατάσταση στην Τουρκία, ενώ εκδιώχθηκαν από την Ελλάδα οι ελληνογενείς και ελληνόφωνοι μουσουλμάνοι.. Έτσι διαμορφώθηκε στη σημερινή Τουρκία ένας πολύμορφος μουσουλμανικός ελληνικός πληθυσμός που αποτελείται αφ' ενός από τους γηγενείς εξισλαμισμένους και κρυπτοχριστανούς του Πόντου και αφ' ετέρου από αυτούς που εκδιώχθηκαν από την Ελλάδα.

Εξισλαμισμένοι Κρητικοί, Μακεδόνες και Κύπριοι

Είναι ιστορικά βεβαιωμένο ότι μεγάλο μέρος των λεγόμενων τουρκοκρητικών είναι ελληνικής καταγωγής. Εξ άλλου το "κρητικό ζήτημα" στις αρχές του αιώνα μας θύμιζε πάρα πολύ το σημερινό πρόβλημα της Βορείου Ιρλανδίας. Τη διαπίστωση αυτή, εκτός των ιστορικών πηγών, υποστηρίζει η ύπαρξη τέτοιων πληθυσμών στη Συρία (Χαμηδιέ) και στη Λιβύη οι οποίοι διατηρούν την ανάμνηση της ελληνικής τους προέλευσης και εξακολουθούν να δηλώνουν "Ελληνες".

Επίσης και στη κεντρική και νοτιοδυτική Μακεδονία (Αλιάκμωνας και περιοχή Κοζάνης) κατοικούσαν οι εξισλαμισμένοι Ελληνες που έγιναν γνωστοί ως "Βαλαάδες". Οι Βαλαάδες χαρακτηρίζονται σε εθνογραφικούς χάρτες του περασμένου αιών ως "Greek Muslims".

Οι ελληνογενείς μουσουλμάνοι της Κρήτης και της Μακεδονίας εκδιώχθηκαν στην Τουρκία το 1923, με τη συνθήκη της Λωζάννης. Εγκαταστάθηκαν κυρίως στη Δυτική και Νότια Μικρά Ασία. Στην πλειοψηφία τους παραμένουν και σήμερα ελληνόφωνοι. Για αυτούς τους πληθυσμούς δημοσίευαν οι τουρκικές εφημερίδες τα προγράμματα της ελληνικής τηλεόρασης.

Στις περιοχές της Κιλικίας (Αττάλεια) κατοικεί επίσης αριθμός ελληνοφώνων Κυπρίων μουσουλμάνων οι οποίοι μετακινήθηκαν εκεί από τα τέλη του περασμένου αιώνα. μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ου.

Εξισλαμισμένοι. Πόντιοι

Η μεγαλύτερη και σπουδαιότερη ομάδα Ελλήνογενών εξισλαμισμένων είναι αυτή που κατοικεί στoν ιστορικό Πόντο και ειδικά στην επαρχία Τραπεζούντας. Οι εγκαταστάσεις αυτών που μιλούν τα ποντιακά ελληνικά περιγράφονται ως εξής στην έρευνα "Ethnic Groups in the Republic of Turkey" του γερμανικού παν/μίου του Τybingen:

"...αποτελούνται από μερικές εξάδες χωριών γύρω από την Τόνια και 40-50 εγκαταστάσεις στις κοιλάδες (επάνω μέρος) Σαλακλί και Γκιουρτσάϋ νότια του Οφι, γύρω από την Τσαϊκαρα και το Κιοπρούμπασι. Υπάρχουν τουλάχιστον δύο κύματα μετανάστευσης στην επαρχία Σακαρυά."

Υπάρχει ήδη μια αξιόλογξ διασπορά των εξισλαμισμένων στην Κωνσταντινούπολη και στα περισσότερα αστικά κέντρα της Τουρκίας. Κοινότητές τους έχουν δημιουργηθεί στην κατεχόμενη Κύπρο, την Ιμβρο καθώς και στο εξωτερικό (Γερμανία). Επίσης τα τελευταία χρόνια έχει δημιουργηθεί μια μικρή κοινότητα στην Ελλάδα.

Είναι συγκροτημένοι σε κλειστές κοινωνικές ομάδες στις οποίες επικρατεί ενδογαμία. Ξεχωρίζουν τον εαυτό τους από τους καθαρούς Τούρκους και τους διακρίνει φιλελληνισμός. Αυτοδηλώνονται ως "Ρωμαίοι" (Ρωμιοί) και είναι κυρίως ελληνόφωνοι. Οι ίδιοι υποστηρίζουν ότι σε όλο τον Πόντο ξεπερνούν τις 300.000 άτομα.. Οι ελληνόφωνοι αυτοί Ρωμιοί περιλαμβάνονται συνήθως στους πληθυσμούς που καταγράφονται ως "Λαζοί". Με την ονομασία αυτή δηλώνονται δύο βασικά εθνοτικές ομάδες: οι παραδοσιακοί Λαζοί, οι οποίοι είναι γεωργιανό φύλο που βρίσκεται πολύ κοντά στους Μιγγρέλους της Γεωργίας και οι "Ρωμαίοι".

Οι ελληνόφωνοι Ρωμιοί μιλούν διάφορα ιδιώματα της τραπεζουντιακής διαλέκτου της ελληνικής γλώσσας. Τη γλώσσα που μιλούν την ονομάζουν "ρωμαϊκά". Οι Οφλήδες μιλούν την αρχαιοπρεπέστερη ελληνική διάλεκτο που βρίσκεται εν ζωή. Είναι οι μόνοι που χρησιμοποιούν ως αρνητικό μόριο το "ου" και "ουκί" ενώ παρατηρείται και το φαινόμενο του τσιτακισμού. Η διάλεκτος ακόμα ακμάζει και διατηρεί την ικανοτητα να αφομοιώνει ξένες λέξεις και να τις διαμορφώνει με βάση τις ανάγκες της γλώσσας. Τον ελληνικό τύπο ακολουθούν και τα μουσουλμανικά ονόματα. Ο Μεμέτης, ο Κεμάλης, ο Τουργκούτης κ.λπ. Η Κωνσταντινούπολη επιβιώνει με την μεσαιωνική λαϊκή της ονομασία: Ισταμπόλη (από το "Εις την Πόλη"), απ' όπου προήλθε και το σημερινό τούρκικο όνομά της: Ισταμπούλ.

Η νεολαία σήμερα ξεπερνά την παλιά θρησκευτική προκατάληψη που αδιαφορούσε για τα εθνικά χαρακτηριστικά. Αρχίζει να αναζητεί την εθνική της προέλευση. Στην Κωνσταντινούπολη, όπου υπάρχει ισχυρή παροικία, καθώς και στην Τραπεζούντα έχουν ξεκινήσει προσπάθειες προβολής και υπεράσπισης του ελληνόφωνου πολιτισμού.

Η τραγωδία του Πόντου

Για τους ελληνόφωνους μουσουλμάνους της βόρειας Τουρκίας, δηλαδή του μικρασιατικού Πόντου, έχουμε πλήθος ιστορικών δεδομένων. Το 1914 ο ελληνικός πληθυσμός της περιοχής ανερχόταν σε 929.495 και κατανεμόταν ως εξής: α) Ορθόδοξοι Ελληνες: 696.495, β) Μουσουλμάνοι Ελληνες: 190.000, γ) Κρυπτοχριστιανοί: 43.000

Οπως μας πληροφορεί ο μητροπολίτης Τραπεζούντος Χρύσανθος, οι εξισλαμισμοί στον Πόντο πραγματοποιήθηκαν την περίοδο 1648- 1687 από τις πιέσεις των φεουδαρχών, των Ντερεμπέηδων. Γράφει:

"Ενεκα των από των Τερε-βέηδων πιέσεων τούτων και των δεινών διωγμών οι από του ποταμού Ακάμψιος (Τσορόχ) μέχρι Τραπεζούντος συμπαγείς ελληνικοί πληθυσμοί, οι κατοικούντες τας περιφερείας Ριζαίου, Οφεως, Σουρμένων και Γημωράς εξισλαμίστηκαν αθρόως. Οι χριστιανοί της περιφέρειας Οφεως είχον εξισλαμισθεί κατά την παράδοσιν ομού μετά του επισκόπου αυτών Αλεξάνδρου μετονομασθέντος Ισκεντέρ...".

Το τελευταίο κύμα των εξισλαμισμών συμπίπτει χρονικά με την γενοκτονία (1916-1923) που εξαπέλυσαν οι Τούρκοι κατά του χριστιανικού ελληνικού πληθυσμού του Πόντου. Οι Νεότουρκοι είχαν αποφασίσει τον βίαιο εξισλαμισμό των χριστιανικών εθνοτήτων και για το σκοπό αυτό δημιούργησαν ορφανοτροφεία για τα παιδιά των χριστιανών που είχαν εξοντώσει. Στα ελληνόπαιδα παρείχαν τουρκική παιδεία και ισλαμική θεολογική μόρφωση. Τις ελληνίδες τις υποχρέωναν σε γάμο με μουσουλμάνους.

Το ότι δεν υπήρχαν αξιόλογοι τουρκικοί πληθυσμοί στο χώρο του Πόντου φαίνεται από το γεγονός ότι και οι ίδιες οι τουρκικές αρχές προτιμούσαν τη χρήση του όρου "μουσουλμάνος" και όχι "Τούρκος". Σε κείμενο συνεννόησης - που αφορούσε τους όρους αυτονομίας του Πόντου και πρόβλεπε την ισοπολιτεία των κατοίκων του - που υπογράφτηκε το Σεπτέμβριο του 1919 στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ του μητροπολίτη Τραπεζούντας Χρυσάνθου και του βαλή Τραπεζούντας Σουλεϊμάν Νετζμή Βέη ανάφερε δύο ομάδες κατοίκων: τους Ελληνες και τους Μουσουλμάνους.

Στην επιχειρηματολογία πάντως των Χριστιανών Ποντίων προς τις συμμαχικές δυνάμεις χρησιμοποιήθηκε η ελληνική καταγωγή των μουσουλμάνων του Πόντου. Στην Συνδιάσκεψη Ειρήνης του Παρισιού στις 30/12/1918 υπεβλήθη υπόμνημα για την δημιουργία της "Ελληνικής Δημοκρατίας του Πόντου". Μεταξύ άλλων υπάρχει το εξής επιχείρημα:

"...από τον μουσουλμανικόν πληθυσμό μέγα μέρος είναι ελληνικής καταγωγής και δεν ελησμόνησαν ούτε την καταγωγήν αυτών, ούτε την ελληνικήν γλώσσαν, ην εξακολουθούν να ομιλώσιν."

Η Σημασία αυτών των Πληθυσμών

Οι εξισλαμισμένοι και κρυπτοχριστιανικοί πληθυσμοί μας βοηθούν στο να κατανοήσουμε την φύση της σύγχρονης Τουρκίας. Μας θυμίζουν την παλιά οικουμενικότητα του ελληνισμού. Ένα τμήμα της παλιάς ρωμιοσύνης παραμένει με κρυπτοχριστιανική ή μουσουλμανική μορφή, στους παλιούς ελληνικούς τόπους της Ανατολής.

Το τουρκικό κράτος προσπαθεί με κάθε τρόπο να αφομοιώσει τους πληθυσμούς αυτούς. Επιδιώκει την κοινωνική διάσπαση των συμπαγών πληθυσμών με μεταφορά σε άλλα μέρη της Τουρκίας. Ετσι δόθηκαν οικονομικά κίνητρα για μετανάστευση των ελληνόφωνων στο Κουρδιστάν, την Ιμβρο και την κατεχόμενη Κύπρο. Σήμερα ένα από τα τουρκικά χωριά της Ιμβρου κατοικείται από εξισλαμισμένους ελληνόφωνους ενώ περί τους 3.000 έχουν εγκατασταθεί ως έποικοι στην κατεχόμενη Κύπρο. Οι ελληνόφωνοι έποικοι είναι μία από τις λίγες εθνοτικές ομάδες που μεταφέρθηκαν εκεί και διατηρούν αρμονικές σχέσεις με τους εγκλωβισμένους.

Από την άλλη όμως οι ελληνογενείς μουσουλμάνοι της Τουρκίας προσπαθούν να διασώσουν την πολιτιστική τους ταυτότητα και να αναδειχθούν σε μια γέφυρα φιλίας και συνεργασίας μεταξύ των λαών της Τουρκίας και της Ελλάδας. Αποδεικνύουν επίσης ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις πλην αυτού της αλληλοκατανόησης και της συνύπαρξης. Εμείς ελπίζουμε ότι η βασανιστική περιόδος μετασχηματισμού στην οποία έχει εισέλθει η Τουρκία θα τελειώσει με την δημιουργία μιας πραγματικής δημοκρατικής και πολυπολιτισμικής κοινωνίας.


--------------------------------------------------------------------------------

1. ΕΝΘΕΤΟ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ

Για τις περιοχές των εξισλαμισμένων Ελλήνων του Πόντου ο Μητροπολίτης Τραπεζούντος Χρύσανθος γράφει:

"Οι περί των Ψυχρόν ποταμόν (Μπαλτατζή Ντερέ) οικούντες Οφίται ή Οφλήδες, διετήρησαν την ελληνικήν γλώσσαν και τα ελληνικά ήθη και έθιμα, ενθυμούνται ακόμη την εξ Ελλήνων καταγωγήν αυτών. Είναι ημερώτεροι των Λαζών και κατά την κληροδοτηθείσαν αυτοίς παρά των Ελλήνων προγόνων αυτών παράδοσιν ασχολούνται με τα γράμματα και την θεολογίαν. Αι μουσουλμανικαί ιερατικαί και θεολογικαί σχολαί του Οφεως ήσαν αι τελειότεραι εν των Οθωμανικώ κράτει. Οι άνδρες εν Οφει γιγνώσκουσιν και την τουρκικήν γλώσσαν, αλλ' αι γυναίκες ηγνόουν αυτήν, και δια τούτο μέχρι των ημερών ημών εις την κατ οίκον ομιλία εγίνετο χρήσις του Ελληνικού Ποντικού ιδιώματος του Οφεως. Τα χωρία αυτών μέχρι των ημερών ημών διετήρουν τα Ελληνικά αυτών ονόματα, Παλαιοχώριν, Μεσοχώριν, Υψηλή ή Υψηλάντων, όθεν προήλθεν η οικογένεια των Υψηλαντών, Ξένος, Αληθινός, Φωτεινός, Χαλάεσσα, Γοργορά, Κοντού, Χωλός, Οκελος, σώζονται δε εν αυτοίς πολλοί ναοί και χειρόγραφα ελληνικά... Ελληνόφωνοι, αλλ ουχί ήμεροι ως οι Οφίται παρέμειναν και οι εξισλαμισθέντες χριστιανοί της Θοανίας (Τόνγιας), τα δε χωρία αυτών διετήρησαν κατά το πλείστον ομοίως τα ελληνικά ονόματα, οίον Κατωχώριν, Μεσοπλάγιν, Μεσοπαίδιν."


--------------------------------------------------------------------------------

2. ΕΝΘΕΤΟ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ

Οι ελληνικοί πληθυσμοί, με μουσουλμανική κυρίως μορφή, αποτυπώθηκαν στην έρευνα "Ethnic Groups in the Republic of Turkey" του γερμανικού πανεπιστημίου του Tybigen. Στην έρευνα αυτή οι ελληνογενείς της Τουρκίας σήμερα κατατάσσονται σε δύο κατηγορίες: τους "Greek-speaking Muslims: Pontic" και τους "Greek-speaking Muslims: Cretan, Cypriot and others". Οι ομάδες αυτές χαρακτηρίζονται από μεγάλη ανομοιογένεια, η οποία καθορίζεται από την γεωγραφική προέλευση και τις θρησκευτικές τοποθετήσεις.

Τρίτη 11 Ιανουαρίου 2011

Greek diaspora in Russia and the Black Sea ( part 2)

In 1915, the year of the Armenian genocide, Armenians, Greeks and other Christian populations found shelter in the Russian Empire.

During the First World War, the Greeks of Trabzon, who were called Fonts, moved to Transcaucasia in North Caucasus and Crimea.

In 1917, the Central Union of Greeks of Pont was founded, the main goal of which was the creation of the independent Pont Republic.

After the formation of the USSR, this idea crumbled away.

The last wave of settlement of Greeks from Turkey to Russia took place between 1922 and 1923.

While some Trabzon Greeks wanted to move to Greece, the civil war impeded this and as a result, families were strewn.

Between 1937 and 1938, came bloody events beginning with Stalin’s repressions.

Arrests, imprisonment and punishment of Greeks began with the criminalisation of ‘treason and anti-Soviet activity’.

Four successive waves of mass prosecutions under Stalin’s direction followed in October 1937, February 1938, July 1938 and February 1939.

Thousands of Greeks were either executed at this time or were displaced in Siberian concentration camps.

The deportation of Greeks continued into the next decade to Central Asia.

The first to be displaced, in the 1940s, were the Kuban (Southern Russia) and Kerch (ancient Pontikapay) residents, to Alma-Ata of Kazakhstan.

In June 1944, the Greeks of Crimea were exiled to Uzbekistan and Siberia.

On 13 June 1949, Greek Ponts of Caucasus origin were exiled to Central Asia.

Fifteen days later, the Greeks who were in the region maintaining Soviet citizenship were also displaced, and they were forced to declare voluntary abandonment of their place.

Finally, the last Greeks to be displaced were from the Krasnodar region.

The precise number of Greeks to have been displaced from the region has not been calculated, though it is estimated to be between the 40,000 to 70,000.

According to estimates of researcher J.G. Dguxa, more than 23-25,000 Greeks were arrested during the period 1937-38.

Adding to this the numbers who were displaced in the 1940s and the migration patterns previously, this number easily reaches 110-120,000 approximately.

Soviet-era Greek historian N. loannidis explains that there are three likely reasons for these deportations took place, leading to the various scattered Greek communities that we have now: firstly, the USSR Greeks were considered suspect after the defeat of the Democratic Army in Greece; secondly, the leading team in the Georgia had nationalist ideals and considered the Greeks alien; and finally, there was a shortage of working hands for the industrial growth of Central Asia.

This feature has been published courtesy of the Greek Rich List: The Official Publication of Britain’s Top 100 Greek Millionaires. www.greekrichlist.com

Greek diaspora of Russia and the Black Sea ( part 1)

The Greek population of Russia and the Ukraine can be subdivided into six distinct communities, each of whose origins can be traced back centuries.

Those currently living in the areas of Moscow, St Petersburg, and other regions of Russia and the Ukraine, who are culturally mixed with the Russian non Greek population, after having settled on the Black and Azov sea coast between the 17th and 19th centuries;
The Romei, or descendants of the Greek population of Crimea, who speak Modern Greek albeit with distinguishable Mariupol and Crimean-Tatar dialects;
the Ponti or Pontians, who are descendants from the settlements of the Ottoman Empire (Asia Minor) who speak the Pontian dialect;
The Ouroumi, versed in the Turkish language, who descended from 19th Century Turkish settlements; and finally,
The Greeks from Pont, exiled to Kazakhstan, the Kirghizia and Uzbekistan under the rule of Stalin;
Descendants of Greek political refugees, who resorted to the Soviet Union after the end of Civil War in Greece 1949, and who settled in Tashkent of Uzbekistan.
The pattern of Greek settlement around the North coast and the ex-USSR can be traced back to ancient times.

References from Homer tell us that Greeks were appearing on the Black sea coast as early as the 8th century BCE.

This is likely because of the rich gold mining opportunities available and other metal sources conducive to trade.

Nevertheless, the Greeks invaded the region during the period of colonisation (6-5 BCE).

The first settlements were founded by the migrants from the Asia Minor’s coast and the islands of Archipelagos.

In total, 75 Greek settlements were founded between the 8th and 5th centuries BCE, many of which (including Kherson and Theodosia) survived until the Byzantine period.

The subsequent invasion of nomads in this area minimised traces of Hellenic life, and the Russian prince Vladimir adopted Christianity from the Byzantine in 988 from where Christianity gradually became recognised as the state religion of Kiev princedom.

Despite this, waves of Greek settlements continued to manifest themselves in the 15th Century.

It is noted that after Constantinople and the Trabzon Empire were captured by Ottomans in the 15th century, Greeks found shelter in different towns on the Black Sea coast or established new ones in orthodox Russia and Georgia, especially in the regions of Middle Russia, Caucasus and Transcaucasia.

Large waves of Greeks settled in these areas in the second half of the 15th century, at the time when Armenia was inviting workers from Erzurum Pashalyk (Ottoman Empire) for mining.

The biggest migrant wave appeared at the end of the 18th century to the beginning of the 19th century, particularly during the Russian-Turkish wars of 1768-1774 and 1788-1792.

The outcome of this migration was the formation of the Greek settlement zone which stretched out from Ismail and Bessarabia on the West to Taganrog and Rostov-on-Don on the East.

In the early 19th century, the emigrant wave from the Ottoman Empire recommenced; at the end of Caucasus war, Greeks were removed to North Caucuses, Kuban and Stavropol, mainly as refugees of the Ottoman Empire.

They assumed the name Romei and spoke the modern Greek language, whereas the other part of the Greek population spoke the Turkish language and were called Ouroumi.

Κυριακή 9 Ιανουαρίου 2011

Οι Ελληνες στην Αφρική

Έλληνες, εντοπίζονται στην Αφρική ακόμη από την αρχαιότητα με τις ελληνικές αποικίες που είχαν δημιουργηθεί τον 7ο αιώνα π.Χ. στην περιοχή της σημερινής Λιβύης. Ο Ηρόδοτος που είχε επισκεφθεί την Αίγυπτο στα μέσα του 5ου π.Χ. αιώνα έγραφε ότι «οι Έλληνες ήταν οι πρώτοι ξένοι που έζησαν στην Αίγυπτο». Αργότερα στην ελληνιστική εποχή όταν η βορειοανατολική Αφρική ενσωματώθηκε στον μεσογειακό κόσμο, οι Έλληνες ναυτικοί έβρισκαν απάνεμα λιμάνια στην Ερυθρά Θάλασσα, δημιουργώντας εμπορικούς σταθμούς για την εξυπηρέτηση του εμπορίου που είχαν αναπτύξει με την Ινδία. Και σύμφωνα με τον ανώνυμο ελληνόγλωσσο συγγραφέα του «Περίπλου της Ερυθράς Θάλασσας» οι Έλληνες έμποροι ταξίδευαν τον 1ο αιώνα μ.Χ. ως την Ζανζιβάρη.

Χαρακτηριστικό της επίδρασης του ελληνισμού στην Αφρική ήταν και το γεγονός ότι οι Αξουμίτες βασιλείς της Αβησσυνίας που είχαν σχέσεις με το Βυζάντιο, χρησιμοποιούσαν την ελληνική γλώσσα για την αλληλογραφία τους. Όμως οι επαφές αυτές της Μαύρης Αφρικής με την Ευρώπη διακόπηκαν όταν μετά τον 7ο αιώνα μ.Χ. επικράτησε το Ισλάμ στην βόρεια και ανατολική Αφρική. Θα περάσουν πάνω από οκτώ αιώνες για να ξαναεμφανιστούν εκεί οι Ευρωπαίοι κυρίως με τους Ισπανούς και Πορτογάλους θαλασσοπόρους που το 1488 με το Βαρθολομαίο Ντιάζ ξεπέρασαν το ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας.

Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, ανάμεσα στους Ευρωπαίους που εγκαθίστανται εκείνη την περίοδο στις ακτές της δυτικής Αφρικής, ήταν και μερικοί Έλληνες και όπως περιγράφει ένας Άγγλος ταξιδιώτης το 1582 μετά την επίσκεψή του στη Σιέρα Λεόνε συνάντησε μεταξύ των άλλων εμπόρων και έναν γηραιό Έλληνα. Στην Αιθιοπία το1759, ο Άγγλος εξερευνητής Τζέιμς Μπρους που επισκέφθηκε την χώρα συνάντησε μερικούς Έλληνες.

Στα μέσα του 18ου αιώνα εντοπίζονται Έλληνες στο Σουδάν με πρώτον τον καταγόμενο από την Ζάκυνθο Γιάννη Γαέτη που μαζί με τα δύο αδέρφια του πήγαν στην Αίγυπτο αρχικά, αλλαξοπίστησαν, και από τον ηγεμόνα της Αιγύπτου στάλθηκαν στο βασίλειο του Νταρφούρ, στο δυτικό Σουδάν. Πάντως η πρώτη ομαδική παρουσία Ελλήνων εντοπίζεται στο Σουδάν το 1821 όταν τα αιγυπτιακά στρατεύματα εισέβαλαν στη χώρα. Αρχίατρος του Ισμαήλ-πασά, διοικητή των αιγυπτιακών στρατευμάτων, ήταν ο Δημήτριος Μπότσαρης, που σκοτώθηκε μαζί του από Σουδανούς το 1822.

Η περίπτωση του Μιχάλη Τοσίτσα
Έλληνες γιατροί και φαρμακοποιοί εμφανίζονταν να υπηρετούν στον αιγυπτιακό στρατό σε όλη τη διάρκεια της κατοχής του Σουδάν που διήρκεσε από το 1821 έως 1885. Όταν το 1839 ο ηγεμόνας της Αιγύπτου Μωχάμετ Άλυ επισκέφθηκε το Σουδάν στην ακολουθία του, μετείχε και ο παιδικός του φίλος Μιχάλης Τοσίτσας που ήταν μαζί του από την εποχή που ζούσαν και οι δύο στην Καβάλα. Ο Τοσίτσας είχε ακολουθήσει στον Άλυ στην Αίγυπτο όπου και απέκτησε μεγάλη περιουσία.

Από το Σουδάν και τα λιμάνια της Ερυθράς Θάλασσας Έλληνες έμποροι διείσδυσαν στο οροπέδιο της Αιθιοπίας. Ένας απ’ αυτούς ήταν ο Γιάννης Κότσικας που ανήκε σε μεγάλη οικογένεια Ελλήνων βιομηχάνων στην Αίγυπτο με υποκαταστήματα στην Αραβία και στο Σουδάν.

Έλληνες έμποροι εγκαταστάθηκαν στην πόλη Χαράρε κι όταν οι Αιθίοπες εξεγέρθηκαν κατά των Αιγυπτίων τους εφοδίασαν με όπλα, για να δημιουργηθεί στη συνέχεια ένας ισχυρός Αιθιοπικός στρατός.

Οι Έλληνες έφτασαν μέχρι το μεγάλο νησί που βρίσκεται στα νότια της Αφρικής, τη μακρινή Μαδαγασκάρη. Ένας απ’ αυτούς ο κρητικός Γιώργος Λάμπρος έμεινε στην ιστορία της Μαδαγασκάρης με το ψευδώνυμο «Νικόλ» που βρέθηκε εκεί όταν ναυάγησε το πλοίο με το οποίο ταξίδευε στην Ινδία. Πολύ γρήγορα έγινε φεουδάρχης σ’ ένα τμήμα της ακτής του νησιού και αργότερα μετείχε σε επιχείρηση παραγωγής ρούμι για να ανοίξει στη συνέχεια εργοστάσιο ζάχαρης στη Μαδαγασκάρη.
Ο Γιώργος Ζοχώνης από το χωριό Βαμβακού της Σπάρτης ήταν ο πρώτος Έλληνας που στη δεκαετία του 1870 έφτασε στα δυτικά παράλια της Αφρικής, στη Σιέρα Λεόνε. Η εταιρία που δημιούργησε στην πρωτεύουσα Φριτάουν μαζί με το νεαρό Σκωτσέζο Τζωρτζ Πάτερσον είναι σήμερα μία από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις στη δυτική Αφρική.

Εκείνη την εποχή, φτάνουν και οι πρώτοι Έλληνες στο Κονγκό. Ένας από αυτούς, ο ιατρός-εξερευνητής Παναγής Ποτάγος, που είχε αφιχθεί εκεί το 1871, τιμήθηκε αργότερα για το έργο και την προσφορά του από τη Βελγική κυβέρνηση, η οποία έδωσε το όνομά του σε κεντρική λεωφόρο της πόλης του PAULIS. H μετριοφροσύνη του Παναγή Ποτάγου αλλά και η μεγάλη αγάπη του για την Ελλάδα εκφράστηκε όταν ο βασιλιάς του Βελγίου Λεοπόλδος ο Β΄, του ζήτησε τιμής ένεκεν να υπογράψει το Χρυσό Βιβλίο των εξερευνητών. Τότε ο Π. Ποτάγος αρκέσθηκε να χαράξει μόνο δύο λέξεις: «ΕΙΣ ΕΛΛΗΝ».

Ο ελληνισμός της Αφρικής γενικά άρχισε να αναπτύσσεται γοργά, πέρα από μερικούς προϋπάρχοντες θύλακες, τον 19ο αιώνα. Ένα μέρος των μεταναστευτικών ρευμάτων από την Ελλάδα κατευθύνεται προς την Αφρική. Η μετακίνηση προς την αφρικανική ήπειρο, ενισχύθηκε από την επέκταση της αποικιακής τάξης πραγμάτων και τις ευκαιρίες που ανοίγει στο εμπόριο. «Είτε αληθεύει είτε όχι ότι το εμπόριο ακολουθεί τη σημαία, είναι αναμφίβολο ότι οι Έλληνες έμποροι ακολουθούν τη βρετανική σημαία», σημείωνε στις αρχές του αιώνα ο άγγλος περιηγητής Σίντεϊ Πιλ. Ο ελληνισμός της Αφρικής ταυτίζει την τύχη του με το αποικιακό καθεστώς.

Οι δραστήριοι Έλληνες επιχειρηματίες της εποχής, επωφελούνται στο έπακρο από τις ευκαιρίες που τους προσφέρει η Αφρική. Και όπως χαρακτηριστικά έγραφε στα απομνημονεύματα του ο Ανδρέας Συγγρός, «Πλείστοι όσοι, ιδίως Έλληνες της μεσαίας τάξεως, απήρχοντο εις Αίγυπτον φέροντες ελάχιστον κεφάλαιον, πολλοί δε ουδέ τούτο, αλλά το επορίχοντο εν Αλεξανδρεία και ως απεσταλμένοι κεφαλαιούχων μετέβαινον εις το εσωτερικόν δια να δανείζωσιν εταρικώς, επί δε της εσοδείας του γεωργού και χρεώστου εις πληρωμήν ελάμβανον προϊόντα υποτετιμημένα κατά 20 και 30%».

Η διασύνδεση με την αποικιακή πολιτική
Η πλειοψηφία του ελληνισμού, εκείνη την περίοδο, ανήκε στο χώρο της μικρομεσαίας τάξεως, ως μικρέμποροι, ειδικευμένοι εργάτες, επιστάτες, ξενοδόχοι. Ο τομέας των υπηρεσιών παραμένει ιδιαίτερα ελκυστικός. Για την Νότιο Αφρική γνωρίζουμε ότι το 85% των Ελλήνων μεταναστών στη δεκαετία του 1930 ήταν μικρομαγαζάτορες, ενώ υπήρχαν και απλοί, ανειδίκευτοι εργάτες, όπως αυτοί που εργάστηκαν αργότερα στο φράγμα του Ασουάν, σε ξένες κατασκευαστικές εταιρίες.


Αυτή η διασύνδεση όμως των ελληνικών ομογενειακών συμφερόντων με την βρετανική αποικιακή πολιτική, όπως γράφει και ο καθηγητής Ι.Κ. Χασιώτης, συμπαρέσυρε αναπόφευκτα και τις ελληνικές παροικίες στις περιπέτειες που προκλήθηκαν από τη σταδιακή αποξήλωση της αποικιοκρατίας, και μάλιστα σε μια περίοδο που συνέπιπτε με την κρίση του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος. Γι’ αυτό και ο παροικιακός Ελληνισμός, ανεξάρτητα από την οικονομική του κατάσταση, την κοινωνική του διαστρωμάτωση ή και το βαθμό της συνεργασίας του με τους δυτικούς αποικιοκράτες, βρέθηκε συχνά στο ίδιο με αυτούς στόχαστρο του ανερχόμενου εθνικισμού των αποικιοκρατούμενων λαών, παρόλο που η αδύναμη κρατική προέλευση και τα περιορισμένα αριθμητικά μεγέθη των ελληνικών κοινοτήτων δεν ευνόησαν ποτέ (παρά τους ουτοπικούς οραματισμούς μερικών Ελλήνων αποδήμων) τη μεταλλαγή των παροικιών σε αποικιακά προγεφυρώματα της Ελλάδας. Αυτός είναι άλλωστε και ο σημαντικότερος λόγος, για τον οποίο οι Έλληνες πάροικοι ούτε την ανεξαρτησία των χωρών που τους φιλοξενούσαν απειλούσαν ούτε και την απρόσκοπτη ανάπτυξη της αδιαμόρφωτης ακόμα τοπικής αστικής τους τάξης υπονόμευσαν.

Παρά τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν, οι Έλληνες της Αφρικής συσπειρώθηκαν στις κοινότητες τους πολύ περισσότερο από ότι στις άλλες ηπείρους. Έτσι π.χ. στο Ζαΐρ το ποσοστό συμμετοχής στις οργανώσεις των αποδήμων ήταν 54%, στο Μπουρούντι 60%, στη Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία (με βάση δειγματοληψία σε δύο κοινότητες) 65% και 83%. Στην Ευρώπη αντίθετα, το ποσοστό δεν ξεπερνούσε το 30%. Αυτή τη συσπείρωσης του ελληνισμού της Αφρικής στις κοινότητες εξηγεί ίσως ο παράγοντας της ανασφάλειας, μετά τις εθνικιστικές εκρήξεις που σημειώθηκαν σε όλες σχεδόν τις αφρικανικές χώρες, ύστερα από το τέλος της αποικιοκρατίας.
Ακόμα από την αρχή της εγκατάστασής τους στην Αφρική, οι Έλληνες μετανάστες ασχολήθηκαν κυρίως με το εμπόριο και γρήγορα στα αστικά κέντρα όπου εγκαταστάθηκαν οργάνωσαν κοινότητες, έκτισαν σχολεία και εκκλησίες. Εκτός απ’ το εμπόριο, οι Έλληνες ανέπτυξαν δραστηριότητα και σε άλλους τομείς, όπως στις μεταφορές, στις οικοδομές, στη ναυτιλία, στην αλιεία, στην παραγωγή ποτών και αναψυκτικών κ.ά.

Γενικά, Έλληνες βρέθηκαν ως άποικοι και μετανάστες σε όλα τα μέρη της Αφρικής ακόμη και στα πιο απόμερα. Μάλιστα σε ορισμένες χώρες της Αφρικανικής ηπείρου, οι ελληνικές παροικίες ήταν πολυπληθείς, διαδραματίζοντας έναν σημαντικό ρόλο στην οικονομία.








ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΟ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Οι Κόπτες της Αιγύπτου

Κόπτες λέγονται οι ντόπιοι κάτοικοι της Αιγύπτου που ασπάστηκαν το Χριστιανισμό κατά την περίοδο της εξάπλωση του Χριστιανισμού. Η Αίγυπτος ήδη από τον 3ο αι. π.Χ. ήταν ελληνικό βασίλειο με πρωτεύουσα την Αλεξάνδρεια, πόλη που έκτισε ο ίδιος ο Μ. Αλέξανδρος, όταν κατέλαβε την Αίγυπτο.

Οι κόπτες ανήκουν στην μονοφυσική αίρεση, συνέπεια του οποίου ήταν αρχικά να κυνηγηθούν από του Βυζαντινούς και κατόπιν από τους Άραβες και Τούρκους. Σήμερα, αν και μιλούν αραβικά, γράφουν ακόμη με το ελληνικό - κοπτικό αλφάβητο.

Το όνομα «Κόπτης» λέγεται ότι προήλθε από το ελληνικό (Αί)γύπτιος > (γ)κύπτης = λατινικά Copt.

Κοπτική γλώσσα λέγεται η επίσημη γλώσσα της Αιγύπτου από τον 3ο αι. π.Χ., δηλαδή όταν η Αίγυπτος κατακτήθηκε από τους Έλληνες, μέχρι τον 13ο αι. μ.Χ. που αντικαταστήθηκε από την Αραβική. Σήμερα οι κόπτες μιλούν αραβικά, όμως κατ’ ιδίαν μιλούν και κοπτικά.

Κοπτική γραφή λέγεται η επίσημη γραφή της Αιγύπτου κατά τη χριστιανική περίοδο της Αιγύπτου. Η γραφή αυτή χρησιμοποιεί το ελληνικό αλφάβητο με μικρές παραλλαγές και οι λέξεις γράφονται όπως και στην ελληνική, δηλαδή από δεξιά προς αριστερά και ορθογραφικά με ίδιους κανόνες ως στην ελληνική.

Ειδικότερα, στο κοπτικό αλφάβητο πλην των ελληνικών γραμμάτων υπάρχουν και μερικά γράμματα ακόμη από την τοπική δημοτική ιερογλυφική γραφή, για ιδιαίτερες συλλαβικές προφορές που δεν υπήρχαν στην ελληνική.

Παρασκευή 7 Ιανουαρίου 2011

Οι Ερυθροκέφαλοι- Μπεκτασήδες με το ορφικό θεολογικό σύστημα

Αν υπάρχουν τρόποι για να δώσεις σε ένα ταξίδι μια διαφορετική διάσταση, υπάρχουν και τόποι που από μόνοι τους σε προκαλούν να ξεφύγεις από τον καθημερινό εαυτό σου. Αν η φαντασία μπορεί να ταξιδέψει πιο γρήγορα απ' ό,τι το μάτι, τότε σίγουρα υπάρχουν μέρη που σε προκαλούν και με το παραπάνω για ένα απροσδόκητο ταξίδι στα βάθη της ψυχής. Δεν είναι πάντα το τοπίο, δεν είναι τα δημιουργήματα των ανθρώπων, δεν είναι το «περίβλημα» μονάχα που σε συναρπάζει. Είναι μια περίεργη αίσθηση, φευγαλέες στιγμές ψυχικής ανάτασης, ένα μικρό εσωτερικό χαμόγελο που αναδύεται και φθάνει στα χείλη. Δεν ξέρω πώς αλλιώς να περιγράψω τις στιγμές αυτής της μικρής εκδρομής στον μακρινό Νομό Έβρου με συνοδοιπόρο τον φίλο πια Κώστα Πιστόλα και πρωταγωνιστές τους ανθρώπους που συναντήσαμε στο διάβα μας, τα χωριά, το φυσικό τοπίο, τις ιστορίες από το παρελθόν και την όρεξή μας να σκεφθούμε ευοίωνα το μέλλον. Για τη χαρά της ζωής μιλούσαμε σε όλο το ταξίδι, διασχίζοντας κομμάτια γης που επάνω τους έχουν ζωγραφιστεί ανεξίτηλα τα σημάδια του ανθρώπινου μόχθου. Περνούσαμε από χωριά κουκίδες στον χάρτη, άσημες, ατημέλητες, αλλά αληθινές, ζωντανές, ταιριαστές με το τοπίο. Δεν υπάρχουν καλολογικά στοιχεία για να περιγράψεις τη διαδρομή, δεν υπάρχει χώρος για «δήθεν» προσεγγίσεις φιλολογικές ή καλλιτεχνικές. Υπάρχει μια ωμή δύναμη που δένει τα όμορφα κομμάτια μεταξύ τους, συνδέοντας στο άρμα της εξέλιξης προς τη νέα χιλιετία ανθρώπους που χρησιμοποιούν ακόμα άροτρα και βόδια για να καλλιεργήσουν τη γη.

Σε ποιους να μιλήσω τώρα εγώ για ετούτο το ταξίδι; Πραγματικά αναρωτιέμαι, γιατί πολλές φορές νιώθω ότι άλλα περιμένετε από εμένα. Ποιος έχει το κουράγιο να ταξιδέψει μέχρι το Διδυμότειχο και το Σουφλί, να διασχίσει κάμπους, να μπει μέσα στα δάση από βελανιδιές και να ψάξει για βραχογραφίες, προϊστορικούς τάφους και μουσουλμανικά μοναστήρια μιας περίεργης αίρεσης. Ποιος μπορεί να εκτιμήσει τον ανθρώπινο ιδρώτα που αναδύουν τα χωράφια, τα οποία καλλιεργούνται ακόμα με πρωτόγονα εργαλεία. Ποιος μπορεί να θαυμάσει αυτόνομες αγροτικές κατοικίες με οικογένειες που δεν περιμένουν τίποτε από κανέναν, απλά ζουν φτωχικά, χαίρονται και δέχονται με ευχαρίστηση αρχέγονες απολαύσεις, ατενίζοντας το τοπίο.

Με τον Κώστα ­ που τώρα ξέρω πως χαμογελάει με αυτά που διαβάζει ­ ξεκινήσαμε για μια μικρή εκδρομή χωρίς να ανησυχούμε για το αν αυτά που θα ανακαλύψουμε θα μπορούσαν να φτιάξουν ένα καλό κομμάτι για την εφημερίδα. Στον δρόμο για το Διδυμότειχο σταματήσαμε για να δούμε ένα πανέμορφο άλογο που σκεπτόταν να αγοράσει. Στη συνέχεια, πήγαμε στο Πύθιο για να θαυμάσουμε το περίφημο κάστρο του Κατακουζηνού τυλιγμένοι σε παχύ πέπλο ομίχλης. Επιστρέψαμε στο Διδυμότειχο, μπλεχτήκαμε μέσα στη λαϊκή αγορά δίπλα από το τεράστιο τζαμί που ανακαινίζεται, γνώρισα από κοντά την «Αλεπού του Μπαμπαλάρ» και πήραμε τον δρόμο για τους Μεταξάδες. Εκεί συναντήσαμε, μεταξύ άλλων, και τον παπα-Γιώργη από τη Σαύρα που μας τραγούδησε σαν αηδόνι και μας έκανε να νιώσουμε άλλοι άνθρωποι...πιο κοντά στον Θεό! Τραβήξαμε τον δρόμο για τη Ρούσσα, είδαμε το απίθανο χωριό, προϊστορικούς τάφους, βραχογραφίες και το περίφημο «αόρατο» μουσουλμανικό μοναστήρι στον Τεκκέ. Στον γυρισμό χωθήκαμε από χωματόδρομους μέσα στα χωριά των Πομάκων, θαυμάσαμε το Μεσημέρι, βγάλαμε φωτογραφίες από καλύβες με άχυρο και καλάμια, άροτρα και κάρα που χρησιμοποιούνται ακόμα, ήπιαμε νερό από πηγές, μια μπίρα στο Μεγάλο Δέρειο και καταλήξαμε στην Κοτρωνιά της Δαδιάς σούρουπο πια. Αυτά μονάχα! Ποιος θα περίμενε περισσότερα;


Το κάστρο του Πυθίου


Πολύ κοντά στο Διδυμότειχο, στο χωριό Πύθιο, βρίσκεται ένα τρομερά επιβλητικό τετραώροφο κάστρο, από το οποίο σώζονται σχεδόν ολόκληροι οι δύο κεντρικοί πύργοι. Από κάτω του απλώνεται η κοιλάδα του Έβρου και εκεί περνάει η σύγχρονη σιδηροδρομική γραμμή. Χτίστηκε στις αρχές του 14ου αιώνα από τον Ιωάννη ΣΤ' τον Κατακουζηνό, ο οποίος μετά τον β' εμφύλιο πόλεμο αναγορεύτηκε αυτοκράτορας με έδρα το Διδυμότειχο. Οι δύο από τους τρεις πύργους που υπήρχαν (ο τρίτος βούλιαξε στο έλος) χρησίμευαν σαν απόρθητο καταφύγιο και προσωπικό θησαυροφυλάκιο του Κατακουζηνού. Ο μεγάλος τετράγωνος πύργος ήταν διαρρυθμισμένος ως κατοικία (ίσως εξοχική, ίσως εκεί να έμενε και κάποια ερωμένη του αυτοκράτορα! ) και ο μικρότερος είχε κυρίως στρατιωτικό, αμυντικό χαρακτήρα. Ανάμεσά τους υπάρχει μεγάλη τοξωτή είσοδος που οδηγούσε στον εσωτερικό περίβολο του κάστρου. Η ιδιαιτερότητα του κάστρου του Πυθίου βρίσκεται στο ότι αρχιτεκτονικά συνδυάζει επιρροές από τη Δύση, αλλά και το Βυζάντιο.


Βραχογραφίες και dolmen


Ξεκινώντας από το Μικρό Δέρειο για τη Ρούσσα (περίπου 3 χλμ. πριν να φθάσουμε στο χωριό) ο ασφάλτινος δρόμος περνάει δίπλα από ένα αραιό δάσος με βελανιδιές, στο οποίο βρίσκεται νεκροταφείο της πρώιμης Εποχής του Σιδήρου. Οι παλαιότεροι τάφοι του 9ου αιώνα π.Χ. χαρακτηρίζονται μεγαλιθικοί (dolmen) και κατασκευάστηκαν με 5 θηριώδεις πλάκες. Αντίστοιχα μετά το χωριό Ρούσσα, ακολουθώντας την κατεύθυνση για Γονικό στην αρχή και για την τοποθεσία Χίλια στη συνέχεια, σε 1 μόλις χλμ. αφ΄ ότου αρχίσει ο χωματόδρομος, στη δεξιά πλαγιά βρίσκεται ο βράχος με τα «μαγικά» σχέδια του 1100-900 π.Χ. Επάνω του έχουν χαραχθεί μορφές ανδρών-γυναικών σε διάφορες στάσεις, φίδια, σαύρες, πουλιά, και άλλα σχέδια που πιθανόν αναφέρονται στον ήλιο και τη σελήνη. Τόσο στα dolmen όσο και στις

βραχογραφίες δεν υπάρχει ουδεμία ένδειξη (π.χ. πινακίδα) και ουδεμία φύλαξη φυσικά!


Μεταξάδες


Δεν υπάρχουν πολλοί οικισμοί που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν παραδοσιακοί στον Νομό Έβρου. Ένας από τους λιγοστούς που διατηρούν ακόμα έντονο χρώμα και σώζουν πανέμορφα σπίτια είναι οι Μεταξάδες (άλλο ένα τέτοιο χωριό είναι και τα Πετρωτά). Οι περιώνυμοι χτίστες χρησιμοποιούσαν πωρόλιθο που αφθονεί στην περιοχή και έχτιζαν δίπατα μικρά αριστουργήματα χρησιμοποιώντας μαζί με την πέτρα και ξύλο για το δέσιμο του σπιτιού. Σήμερα, βέβαια, δεν χτίζονται πια τέτοια σπίτια, αλλά εκείνα που υπάρχουν σώζονται σε καλή κατάσταση. Αξιόλογη επίσης στους Μεταξάδες είναι και η εκκλησία του Αγ. Αθανασίου του 1695 (στο παλιό νεκτροταφείο), την οποία όμως χάλασε η νεοελληνική μαστοριά, αφού τις έβαλε κεραμίδια και έφτιαξε τσιμεντοκολόνες στην είσοδο! Πηγαίνοντας προς τους Μεταξάδες μην ξεχάσετε να περάσετε από το χωριό Σαύρα. Εκεί λειτουργεί ο παπα-Γιώργης, ένας υπέροχος άνθρωπος που ξέρει να σε φέρνει πιο κοντά στον Θεό.


Στον τάφο του Δερβίση


Χρόνια τώρα κρατούσα μυστικό αυτόν τον τόπο στην Ελλάδα, γιατί προσπαθούσα να μάθω περισσότερα, γιατί ήθελα να διασταυρώσω πληροφορίες και γιατί το θέμα αυτό καθαυτό παρουσίαζε για μένα τεράστιο ενδιαφέρον. Βλέπετε πέρα από τη δημοσιογραφική ιδιότητα που σου επιτρέπει να βγάζεις στη φόρα ό,τι σου κατέβει, για τον εαυτό μου διάλεξα να συνοδεύω κάθε δημοσίευση με το ήθος που θα ήθελα να με χαρακτηρίζει ως άνθρωπο και όχι απλά ως επαγγελματία. Δεν είναι εύκολο να μιλήσεις για μια τόσο «περίεργη» και «μυστήρια» κοινωνική ομάδα που ζει λάθρα στην Ελλάδα, αν δεν ψάξεις, δεν διαβάσεις και δεν ανταλλάξεις απόψεις. Από το 1996, όπου για πρώτη φορά πήγα στο χωριό Ρούσσα του Έβρου και επισκέφθηκα μετά μυρίων βασάνων το μουσουλμανικό μοναστήρι, μέχρι σήμερα, αναζητούσα πληροφορίες για τους Κιζιλμπάσηδες. Φθάνοντας στο σημείο τού να μπορώ χάρη στις πηγές μου να γράψω μία μίνι μελέτη επί του θέματος θα προσπαθήσω μέσα σε μερικές αράδες να σας δώσω μια πρώτη γεύση.

Μια μικρή πληθυσμική ομάδα ανάμεσα στους Πομάκους της Θράκης είναι οι Κιζιλμπάσηδες, οι οποίοι διαχωρίζονται από το υπόλοιπο μουσουλμανικό σώμα, διότι θεωρούνται αιρετικοί. Τους ονομάζουν και «Ερυθροκέφαλους», αφού μετά τον βίαιο εξισλαμισμό τους από τους Τούρκους, αναγκάστηκαν να φορούν κόκκινα φέσια (καλύμματα κεφαλής) για να ξεχωρίζουν. Βλέπετε για τους μουσουλμάνους οι Κιζιλμπάσηδες αποτελούν ντροπή. Πιθανή επίσης φαίνεται και η θεωρία ότι κατάγονται από τη μικρασιατική φυλή των Ερυθρίνων, η οποία επί βυζαντινών χρόνων αναγκάστηκε να εκχριστιανιστεί. Πού όμως συναντώνται ο μωαμεθανισμός με τον χριστιανισμό; Οι Κιζιλμπάσηδες-Πομάκοι (σύμφωνα με το βιβλίο «Έβρος ­ Το τελευταίο οχυρό» του Θεόδωρου Κυρκούδη) σταυρώνουν το ψωμί τους όταν το κόβουν, κεντούν σταυρούς στους πάτους από τις κάλτσες τους, πίνουν νερό από τα αγιάσματα, επισκέπτονται χριστιανικά ξωκκλήσια, ανάβουν κεριά στους τάφους, πολλές γιορτές τους συμπίπτουν με το παλιό χριστιανικό ημερολόγιο (π.χ. του Άη Γιώργη - Χιντερελές, του Άη Δημήτρη - Κασήμ), τρώνε χοιρινό και πίνουν οινοπνευματώδη!

Από την άλλη, οι τελετές των Κιζιλμπάσηδων (που ταυτίζονται με τους Ερυθροκέφαλους Μπεκτασήδες) είναι όλες τους μυστηριακές και σε πολλές περιπτώσεις οι ερευνητές συμφωνούν ότι αναβιώνουν τα αρχαία Ορφικά μυστήρια. Όπως ακριβώς συμβαίνει στο ορφικό θεολογικό σύστημα, το οποίο θεμελιώνεται με τριάδες (στον χριστιανισμό μιλάμε για το τρισυπόστατο της θεϊκής οντότητας), έτσι και οι Κιζιλμπάσηδες - Μπεκτασήδες πιστεύουν στην υπέρτατη τριάδα με αδιαίρετη ενότητα «Αλλάχ-Μωάμεθ-Αλή».

Στο χωριό Ρούσσα οι Ερυθροκέφαλοι - Μπεκτασήδες έχτισαν στα 1402 ένα μοναστήρι, τον λεγόμενο Τεκκέ, που είναι το δεύτερο σε σημασία ιερό του Μπεκτασικού Τάγματος σε όλο τον κόσμο. Ως κτήτοράς του αναφέρεται ο δερβίσης Κιζήλ-Ντελή, ο οποίος και ενταφιάστηκε σε ένα από τα κτίρια του συγκροτήματος. Ο τάφος του δερβίση υπάρχει ακόμα και για τον Τεκκέ σε οδηγούν πλέον ταμπέλες τοποθετημένες επάνω στον δρόμο Ρούσσας-Γονικού. Τα κτίρια του μοναστηριού δεν σου γεμίζουν το μάτι, όλα φαίνονται σαν μια μεγάλη αγροτική κατοικία και κανένας δεν θα σου εξηγήσει τι κάνουν εκεί όταν μαζεύονται οι Κιζιλμπάσηδες απ' όλα τα γύρω χωριά. Κανένας δεν θα σου πει ποιες είναι οι τελετές και τι σημαίνουν. Κανένας δεν θα συμφωνήσει ότι γίνονται ακόμα τελετές οργίων για να γεννηθούν ιερά παιδιά, μελλοντικοί αρχηγοί του Τάγματος. Κανένας δεν θα σου μιλήσει ελληνικά, αλλά ουδείς θα διαμαρτυρηθεί εάν κάνεις τον σταυρό σου σαν να πήγαινες σε χριστιανικό μοναστήρι!
Πηγή ΤΑ ΝΕΑ

Η ελληνική παρουσία στην Αίγυπτο

Η ελληνική παρουσία στην Αίγυπτο πηγαίνει βαθιά πίσω στους αιώνες, στην εποχή των επιγόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ωστόσο τις πρώτες αμιγώς ελληνικές κοινότητες με εθνική συνείδηση συνέπηξαν οι έλληνες μετανάστες που αναζήτησαν στη φιλόξενη γη της Αιγύπτου καλύτερες συνθήκες διαβίωσης όσο η Ελλάδα παρέμενε υπόδουλη υπό οθωμανικό ζυγό. Την περίθαλψη και φροντίδα τους ως την ίδρυση του πρώτου ελληνικού προξενείου στην Αλεξάνδρεια, το 1833, είχε το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, αργότερα και πάσης Αφρικής, ένας μακραίων θεσμός και φάρος της Ορθοδοξίας από την εποχή της ιδρύσεώς του, τον 1ο αι. μ.Χ.

Κατά το τέλος του 18ου αιώνα ο ελληνισμός αυτός δεν ξεπερνούσε τις 2.000. Πολλαπλασιάστηκε όμως όταν κοντά στους Ελληνες από τις αλύτρωτες περιοχές, τη Μακεδονία και την Ηπειρο κυρίως, αλλά και από τα νησιά, όπως η Λήμνος, η Χίος, η Μυτιλήνη, η Κάσος, η Κρήτη, προσετέθησαν και εκείνοι από την ελεύθερη Ελλάδα, ανεβάζοντας έτσι τον αριθμό μέσα σε έναν αιώνα περί τις 76.000 ψυχές. Σύμφωνα μάλιστα με μια πρώτη επίσημη απογραφή της Αιγύπτου το 1907, οι κατέχοντες επισήμως την ελληνική υπηκοότητα κάτοικοι της χώρας ανήρχοντο σε 132.947, στους οποίους προσετέθησαν άλλες 40.000, προερχόμενοι από εδάφη υπό τουρκική κατοχή, και άλλες 30.000 μη αναγνωρισμένης υπηκοότητας, πλην ελληνόφωνοι.

Το διάστημα μεταξύ 1880 και 1920 σημειώθηκε η μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξη των Ελλήνων της Αιγύπτου. Δημιουργήθηκαν κοινότητες με προεξάρχουσα εκείνη της Αλεξανδρείας, αλλά και του Καΐρου, σύλλογοι και εμπορικά σωματεία, αδελφότητες, ενώ ιδρύθηκαν νοσοκομεία, πτωχοκομεία, ορφανοτροφεία ακόμη και φιλανθρωπικά σωματεία για την ενίσχυση με συσσίτια των αδυνάμων να συντηρηθούν οικονομικά. Γενικά ο ελληνισμός της Αιγύπτου ανεδείχθη σε κυρίαρχη από οικονομικής πλευράς δύναμη, με έντονη πνευματική και κοινωνική δράση, λαμπρύνοντας την ίδια του την πατρίδα, την Ελλάδα, στη φιλόξενη γη της Αιγύπτου, μιας χώρας με μακραίωνη επίσης ιστορία.

Στις τάξεις των αιγυπτιωτών Ελλήνων συγκαταλέγονταν όχι μόνο τραπεζίτες, βιομήχανοι και έμποροι, αλλά και μικροβιοτέχνες, χειροτέχνες, υπάλληλοι πολλών ειδικοτήτων σε εταιρείες και ξενοδοχεία, καταστηματάρχες, μικροϋπάλληλοι και επαγγελματίες ανώτατης εκπαίδευσης, γιατροί, δικηγόροι, μηχανικοί, χημικοί, φαρμακοποιοί κ.λπ. Αργότερα ανάμεσά τους θα βρεθούν και αρκετοί από τους μεγάλους εθνικούς ευεργέτες που στήριξαν με τις δωρεές τους την ελληνική παιδεία και συνέδραμαν σε κρίσιμες στιγμές τον αγώνα του έθνους για ασφάλεια και επιβίωση.

Την περίοδο της ακμής όμως ακολούθησαν, γύρω στη δεκαετία του 1940, η πτώση και ο μαρασμός, αρχής γενομένης με την κατάργηση των Διομολογήσεων στο Montreux, που οδήγησε σε εξάλειψη των προνομίων τα οποία απολάμβαναν μέχρι τότε οι Ελληνες ως ιδιώτες, είτε οι σύλλογοι και τα σωματεία τους. Η δεκαετία του 1940 επιπλέον σηματοδοτήθηκε από πολεμικές επιχειρήσεις με καθοριστικές για τον ελληνισμό της Αιγύπτου καταστάσεις. Μοιραίο έτος όμως για την παροικιακή διάλυση υπήρξε εκείνο των γεγονότων του 1952. Ενώ ακόμη συζητιόταν, μετά την εκπνοή της δωδεκαετούς μεταβατικής περιόδου από την υπογραφή της Συνθήκης του Montreux, η ανάγκη μιας διμερούς συμφωνίας εγκαταστάσεως μεταξύ Ελλάδος - Αιγύπτου προκειμένου να διακανονιστούν τα θέματα παραμονής και υπόστασης των Ελλήνων στην Αίγυπτο και της κατοχύρωσης των περιουσιών τους με εθνικό προορισμό το ελληνικό Δημόσιο, επεβλήθη η επανάσταση Νάσερ της 23ης Ιουλίου του 1952 με βασικό σύνθημα «Η Αίγυπτος ανήκει στους Αιγυπτίους».


Παρά το γεγονός ότι η ελληνική παροικία συμπαραστάθηκε στην προσπάθεια της Αιγύπτου να απαλλαγεί από τη μοναρχία και τη βρετανική επιρροή, καμία ουσιαστική πρόβλεψη δεν συνέτεινε ώστε να εξαιρεθούν οι Ελληνες από τα περιοριστικά μέτρα. Στο πνεύμα ξενοφοβίας άλλωστε αναφερόταν ενάμιση χρόνο νωρίτερα ο έλληνας πρέσβης Γ. Τριανταφυλλίδης όταν, επισημαίνοντας την «έκδηλον ανησυχίαν (του ελληνισμού) διά το μέλλον του» και το λάθος του να διατηρεί μίαν «νοσταλγικήν ανάμνησιν ενός προσφάτου προνομιακού παρελθόντος» σφάλλοντας επομένως διότι έτρεφε «υπερβολικάς προσδοκίας εις την υπό διαπραγμάτευσιν Ελληνοαιγυπτιακήν Σύμβασιν Εγκαταστάσεως», έγραφε περί της «αρκούντως επισφαλούς θέσεως του ελληνισμού και λόγω του γοργού ρυθμού προόδου του ιθαγενούς πληθυσμού και λόγω του κρατούντος αντιξενικού πνεύματος, ξενοφοβίας προερχομένης εκ συγκερασμού ενός συναισθήματος κατωτερότητος αναμίκτου με μνησικακίαν προς τον προνομιούχον μέχρι χθες ξένον και ενός νεοπαγούς εθνικού σωβινισμού με βάθρον περισσόν θρησκευτικόν φανατισμόν» (29 Ιανουαρίου 1951 στο ΔΕΠ 9/134, 1 Μαρτίου 1951). Ωστόσο έναν μήνα μετά, στις 8 Φεβρουαρίου (ΔΕΠ όπ.π.), ο έλληνας διπλωμάτης με ευθυκρισία παρατηρούσε «αναμφιβόλως υπάρχει ποία τις νευρικότης εις ωρισμένους κύκλους εν σχέσει προς την μη υπογραφήν εισέτι της Συμβάσεως Εγκαταστάσεως», απέδιδε όμως τις δυσκολίες εκείνων των πρώτων ετών που συναντούσαν οι Ελληνες της Αιγύπτου στην αδυναμία προσαρμογής τους στα νέα δεδομένα. «Οι Ελληνες της Αιγύπτου» έγραφε «δεν ηδυνήθησαν να προσαρμοσθούν μέχρι σήμερον εις την δημιουργηθείσαν νέαν κατάστασιν μετά την κατάργησιν των διομολογήσεων. Οι εν Αιγύπτω ομογενείς είχον συνηθίσει εις την έλλειψιν συναγωνισμού εκ μέρους των ημεδαπών, την απαλλαγήν από πάσης φορολογίας και εις τα εύκολα κέρδη με εργασίαν σχετικώς ολίγην». Αντιθέτως, για τους Αιγυπτίους έγραφε: «Λιτότεροι, αρκούνται εις μικρότερα ημερομίσθια και συνεπώς προτιμώνται και από τους Ελληνας, ακόμη, εργοδότας», ενώ σημείωνε με αντικειμενικότητα ότι παρά τα όσα ίσχυαν για τους άλλους, Βρετανούς, Γάλλους κ.λπ., «η στάσις των αιγυπτιακών αρχών είναι εν γενικαίς γραμμαίς λίαν ευμενής προς τους Ελληνας».

Ωστόσο μέσα στο κλίμα σύγχυσης που προκάλεσαν η επανάσταση Νάσερ και οι εθνικοποιήσεις επί σχεδόν μία δεκαετία (1955-1965) οι Ελληνες της Αιγύπτου εξακολουθούσαν να εγκαταλείπουν ομαδικά τη χώρα, άλλοι με προορισμό την Ελλάδα, οι περισσότεροι όμως με προορισμό την Αυστραλία και την Αμερική. Την επιλογή φυγής των Ελλήνων της Αιγύπτου προσπάθησε, πλην ανεπιτυχώς, να ανακόψει η απόφαση του Κωνσταντίνου Καραμανλή να επισκεφθεί την Αίγυπτο το 1957 - τρίτη κατά σειρά επίσκεψή του στο εξωτερικό αφότου ανέλαβε για πρώτη φορά την πρωθυπουργία της χώρας (1955). Στη διάρκεια της επίσκεψης εκείνης ο Καραμανλής, όπως και ο έλληνας ΥΠΕΞ Ευάγγελος Αβέρωφ, είχε την ευκαιρία να δει από κοντά τα προβλήματα του παροικιακού ελληνισμού. Διαπιστώθηκε όμως τελικά ότι ήταν ήδη πολύ αργά. Η αντίστροφη μέτρηση είχε ήδη αρχίσει και παρά τις διαβεβαιώσεις Νάσερ «περί εκτιμήσεως της αιγυπτιακής κυβερνήσεως διά τον Αιγυπτιώτη Ελληνισμόν» η αναμφισβήτητα σοφή πρωτοβουλία Καραμανλή όταν επισκεπτόταν τη χώρα του Νείλου δεν θα αποδεικνυόταν αρκετή να αποτρέψει τη φυγή, που θα συνεχιζόταν και εν τέλει θα διογκωνόταν ως το 1962.
Εντυπωσιακή μείωση του αριθμού των μαθητών

Οπως έγραφε χαρακτηριστικά ο τότε έλληνας πρεσβευτής στο Κάιρο Ι. Γιαννακάκης «κατά την έναρξιν του σχολικού έτους 1962-63 ενεγράφησαν εις τα ελληνικά εκπαιδευτήρια περιφερείας Καΐρου 2.412 ελληνόπαιδες έναντι 3.042 κατά το σχολικόν έτος 1961-1962. Η σημειωθείσα μείωσις του αριθμού των Ελλήνων μαθητών των ημετέρων εκπαιδευτηρίων κατά ποσοστόν 21% περίπου είναι αρκετά σοβαρά, αντικατοπτρίζει δε πλήρως την σημειωθείσαν εντεύθεν διαρροήν ομογενών» (30 Οκτωβρίου 1962, ΔΕΠ αρ. 46, 16 Νοεμβρίου 1962).

«Δέον να σημειωθή» συνέχιζε στο ίδιο έγγραφο «ότι υπάρχουν ήδη περιπτώσεις μαθητών, εγγραφέντων μόλις προ μηνός εις τα ελληνικά εκπαιδευτήρια, οίτινες διέκοψαν την εν αυτοίς φοίτησιν, ένεκα του ότι οι γονείς των, εν όψει των σημειουμένων ενταύθα εξελίξεων επί της παροικιακής αποδημικής κινήσεως, ιδίως εις τας περιπτώσεις των απορωτέρων ατόμων, αποφασίζουν ενίοτε τον επαναπατρισμόν των από της μιας ημέρας εις την άλλην».

Επεσήμαινε ωστόσο ότι η κατά το ήμισυ μείωση του αριθμού των ελληνοπαίδων μαθητών μέσα σε μία χρονιά οφειλόταν εν μέρει και σε εσωτερική μετανάστευση από την επαρχία στα μεγάλα αστικά κέντρα. Κατέληγε παρ' όλ' αυτά όμως ότι «η επί τα χείρω εξέλιξις των συνθηκών διαβιώσεως των ημετέρων παροίκων ενταύθα, ως και η σκέψις ότι είναι αναπόφευκτος η εν τω εγγύς μέλλοντι σύμπτυξις των ενταύθα ελληνικών εκπαιδευτηρίων, προεκάλεσαν, συν τοις άλλοις, ανησυχητικήν διαρροήν του διδακτικού προσωπικού, ούτινος τα δημιουργούμενα κενά είναι δυσαναπλήρωτα».

Την περίοδο εγκαρδιότητας και την αναθέρμανση των ελληνοαιγυπτιακών σχέσεων επί Νάσερ όχι μόνο εξαιτίας της γενικότερης ελληνικής πολιτικής υπέρ των Αράβων και της Αιγύπτου ειδικά, περίοδο που συνέπεσε με τον αγώνα του κυπριακού λαού, το δίκαιο του οποίου υποστήριζε ο αραβικός κόσμος και ειδικά η Αίγυπτος, διαδέχθηκε η περίοδος ψυχρότητας, μιας αδιαφορίας κι ενός τέλματος που κατέληξαν ώστε κατά τη δεκαετία του 1970 ο ελληνικός πληθυσμός της Αιγύπτου να αριθμεί μόλις 20.000 άτομα και σήμερα μόλις 300 οικογένειες.

Η κυρία Φωτεινή Τομαή είναι προϊσταμένη της Υπηρεσίας Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του υπουργείου Εξωτερικών.



Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&artid=182739&ct=78&dt=05/08/2007#ixzz1AIT9ybAk